1 00:00:02,000 --> 00:00:07,000 Downloaded from YTS.MX 2 00:00:08,000 --> 00:00:13,000 Official YIFY movies site: YTS.MX 3 00:00:24,666 --> 00:00:26,333 Οι παρακάτω τηλεταινίες 4 00:00:26,416 --> 00:00:30,833 γυρίστηκαν και υλοποιήθηκαν εξ ολοκλήρου στο Ηνωμένο Βασίλειο 5 00:00:30,916 --> 00:00:32,875 για το Channel 7, μεταξύ 1978 και 1981. 6 00:00:32,958 --> 00:00:34,166 Δεν έχουν προβληθεί ξανά 7 00:00:34,250 --> 00:00:36,375 μετά την αρχική τους μετάδοση. 8 00:00:43,750 --> 00:00:44,625 Ναι. 9 00:00:45,583 --> 00:00:48,750 Να 'μαστε, στην καλύβα όπου γράφω. 10 00:00:50,000 --> 00:00:52,875 Βρίσκομαι εδώ 30 χρόνια τώρα. 11 00:00:52,958 --> 00:00:54,166 Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΕΝΡΙ ΣΟΥΓΚΑΡ ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 12 00:00:54,250 --> 00:00:55,916 Έχει σημασία, πριν αρχίσω, 13 00:00:56,000 --> 00:00:59,708 να βεβαιώνομαι ότι έχω γύρω μου όλα όσα πρόκειται να χρειαστώ. 14 00:01:01,083 --> 00:01:05,208 Τσιγάρα, ασφαλώς, λίγο καφέ, σοκολάτες. 15 00:01:06,958 --> 00:01:10,875 Και πάντα φροντίζω να έχω ένα καλοξυσμένο μολύβι πριν ξεκινήσω. 16 00:01:12,916 --> 00:01:16,458 Έχω έξι μολύβια. Μετά μ' αρέσει να καθαρίζω τον πίνακά μου. 17 00:01:18,666 --> 00:01:20,083 Δείτε πόσα τρίμματα γόμας. 18 00:01:21,833 --> 00:01:22,666 Εντάξει. 19 00:01:24,958 --> 00:01:26,875 Επιτέλους, μπορώ να αρχίσω. 20 00:01:30,125 --> 00:01:33,708 Συνήθως, απαιτούνται λίγες διορθώσεις. 21 00:01:36,458 --> 00:01:37,291 Ναι. 22 00:01:37,375 --> 00:01:40,125 Ι Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΕΝΡΙ ΣΟΥΓΚΑΡ 23 00:01:42,541 --> 00:01:43,375 Είναι… 24 00:01:47,250 --> 00:01:51,041 Ο Χένρι Σούγκαρ ήταν 41 ετών, ανύπαντρος και πλούσιος. 25 00:01:51,666 --> 00:01:54,625 Πλούσιος, επειδή είχε πλούσιο πατέρα, νεκρό πλέον. 26 00:01:54,708 --> 00:01:58,791 Ανύπαντρος, επειδή ήταν πολύ εγωιστής για να μοιραστεί τα λεφτά του. 27 00:01:58,875 --> 00:02:00,583 Είχε ύψος 1,88 28 00:02:00,666 --> 00:02:03,291 και ίσως μεγάλη ιδέα για την ομορφιά του. 29 00:02:03,375 --> 00:02:05,958 Έδινε ιδιαίτερη προσοχή στα ρούχα του. 30 00:02:06,041 --> 00:02:08,250 Πήγαινε σε άλλον ράφτη για κοστούμια, 31 00:02:08,333 --> 00:02:11,666 άλλον για πουκάμισα, και σε υποδηματοποιό για παπούτσια. 32 00:02:11,750 --> 00:02:14,583 Ο κομμωτής τού έπαιρνε τις άκρες κάθε δέκα μέρες 33 00:02:14,666 --> 00:02:17,458 και πάντα έκανε μανικιούρ στην ίδια επίσκεψη. 34 00:02:17,541 --> 00:02:19,083 Οδηγούσε Ferrari, 35 00:02:19,166 --> 00:02:21,666 που του κόστισε όσο ένα εξοχικό. 36 00:02:23,291 --> 00:02:24,583 Είχε μόνο πλούσιους φίλους 37 00:02:24,666 --> 00:02:27,000 και δεν είχε δουλέψει ούτε μία μέρα. 38 00:02:28,000 --> 00:02:32,500 Άνθρωποι όπως ο Χένρι Σούγκαρ βολοδέρνουν σαν φύκια σ' όλο τον κόσμο. 39 00:02:32,583 --> 00:02:36,291 Δεν είναι ιδιαίτερα κακοί άνθρωποι, ούτε και καλοί, όμως. 40 00:02:37,458 --> 00:02:39,416 Είναι απλώς μέρος της διακόσμησης. 41 00:02:41,375 --> 00:02:43,625 Όλοι οι πλούσιοι τύπου Χένρι, βέβαια, 42 00:02:43,708 --> 00:02:47,875 έχουν μια κοινή ιδιοτυπία: μια τρομερή ανάγκη να γίνονται πλουσιότεροι. 43 00:02:48,791 --> 00:02:51,625 Δέκα εκατομμύρια δεν είναι ποτέ αρκετά. Ούτε 20. 44 00:02:51,708 --> 00:02:54,583 Πάντα υποφέρουν από ακόρεστη επιθυμία για χρήμα 45 00:02:54,666 --> 00:02:58,250 και από τον τρόμο να ξυπνήσουν ένα πρωί με άδειο λογαριασμό. 46 00:02:58,333 --> 00:03:01,583 Για να αυξήσουν την περιουσία τους, έχουν διάφορες μεθόδους. 47 00:03:01,666 --> 00:03:04,333 Επενδύουν στις διακυμάνσεις του χρηματιστηρίου. 48 00:03:04,416 --> 00:03:09,333 Σε γη, έργα τέχνης, διαμάντια. Ποντάρουν σε ρουλέτα, χαρτιά, άλογα. 49 00:03:09,416 --> 00:03:11,416 Βασικά, ποντάρουν σε οτιδήποτε. 50 00:03:11,500 --> 00:03:15,541 Ο Χένρι Σούγκαρ ήταν ένας απ' αυτούς. Και δεν ενεργούσε πάντα έντιμα. 51 00:03:16,500 --> 00:03:17,458 Ένα καλοκαίρι, 52 00:03:17,541 --> 00:03:21,166 ο Χένρι πήρε το αμάξι και πήγε στο εξοχικό του σερ Γουίλιαμ Γ. 53 00:03:21,250 --> 00:03:23,583 Υπέροχο το σπίτι. Όπως και το κτήμα. 54 00:03:23,666 --> 00:03:27,166 Όμως, το Σάββατο που έφτασε ο Χένρι, έβρεχε ήδη δυνατά. 55 00:03:27,250 --> 00:03:30,750 Οικοδεσπότης και καλεσμένοι περνούσαν το απόγευμα παίζοντας, 56 00:03:30,833 --> 00:03:34,708 ενώ ο Χένρι παρατηρούσε σκυθρωπός τις στάλες να σκάνε στα τζάμια. 57 00:03:34,791 --> 00:03:38,041 Περιφέρθηκε έξω από το σαλόνι, στο μπροστινό χολ. 58 00:03:38,125 --> 00:03:42,375 Περιπλανήθηκε άσκοπα στο σπίτι. Τελικά, μπήκε αφηρημένα στη βιβλιοθήκη. 59 00:03:45,250 --> 00:03:48,916 Ο πατέρας του σερ Γουίλιαμ ήταν συλλέκτης. Οι πελώριοι τοίχοι 60 00:03:49,000 --> 00:03:52,291 καλύπτονταν πλήρως από παμπάλαιους δερματόδετους τόμους. 61 00:03:52,375 --> 00:03:53,708 Ο Χένρι αδιαφορούσε. 62 00:03:53,791 --> 00:03:57,166 Διάβαζε μόνο αστυνομικές νουβέλες και θρίλερ. Καμία σχέση. 63 00:03:57,250 --> 00:03:58,333 Πήγαινε να φύγει, 64 00:03:58,416 --> 00:04:01,500 όταν κάτι ενδιαφέρον τράβηξε και κράτησε το βλέμμα του. 65 00:04:01,583 --> 00:04:03,458 Τόσο λεπτό, που δεν θα το είχε δει 66 00:04:03,541 --> 00:04:06,541 αν δεν εξείχε από τα βιβλία που το περιέβαλλαν. 67 00:04:06,625 --> 00:04:08,166 Το τράβηξε από το ράφι. 68 00:04:08,250 --> 00:04:09,291 Ήταν απλούστατα 69 00:04:09,375 --> 00:04:12,166 ένα τετράδιο ασκήσεων, σαν αυτά των μαθητών. 70 00:04:12,250 --> 00:04:14,833 Με εξώφυλλο σκούρο μπλε, χωρίς γράμματα. 71 00:04:14,916 --> 00:04:18,750 Στην πρώτη σελίδα, με μαύρο μελάνι και καθαρά, ωραία γράμματα, έγραφε: 72 00:04:18,833 --> 00:04:19,958 ΑΝΑΦΟΡΑ - ΙΜΝΤΑΝΤ ΚΑΝ 73 00:04:20,041 --> 00:04:23,166 Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙ ΧΩΡΙΣ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΔΡΑ Ζ. Ζ. ΤΣΑΤΕΡΤΖΙ 74 00:04:23,250 --> 00:04:25,416 Παράξενο. Αλλόκοτο. Τι είναι αυτό; 75 00:04:26,291 --> 00:04:29,750 Βολεύτηκε σε μια πολυθρόνα και ξεκίνησε από την αρχή. 76 00:04:29,833 --> 00:04:33,708 Ακολουθεί αυτό που διάβασε ο Χένρι στο μικρό, μπλε τετράδιο. 77 00:04:37,958 --> 00:04:41,916 Ονομάζομαι Ζ. Ζ. Τσάτερτζι. Αρχιχειρουργός στο Νοσοκομείο Καλκούτας. 78 00:04:42,000 --> 00:04:44,083 Το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1935, 79 00:04:44,166 --> 00:04:46,291 έπινα τσάι στην αίθουσα των γιατρών. 80 00:04:46,375 --> 00:04:49,916 Μαζί μου ήταν άλλοι τρεις, οι Μάρσαλ, Μίτρα και Μακφάρλαν. 81 00:04:50,000 --> 00:04:51,500 Κάποιος χτύπησε την πόρτα. 82 00:04:51,583 --> 00:04:52,750 "Περάστε", είπα. 83 00:04:54,458 --> 00:04:57,750 Με συγχωρείτε. Να σας ζητήσω μια χάρη; 84 00:04:57,833 --> 00:04:59,500 "Είναι ιδιωτικός χώρος", είπα. 85 00:04:59,583 --> 00:05:01,750 Το ξέρω. Συγγνώμη για την ενόχληση, 86 00:05:01,833 --> 00:05:04,791 μα έχω κάτι πολύ ενδιαφέρον να σας δείξω, νομίζω. 87 00:05:04,875 --> 00:05:07,208 Όλοι δυσφορήσαμε και δεν είπαμε τίποτα. 88 00:05:08,208 --> 00:05:12,375 Κύριοι, είμαι κάποιος που βλέπει χωρίς να χρησιμοποιεί τα μάτια του. 89 00:05:13,208 --> 00:05:14,666 Ένας μικροκαμωμένος εξηντάρης, 90 00:05:14,750 --> 00:05:18,375 με άσπρο μουστάκι και μια συστάδα από μαύρες τρίχες στα αυτιά του. 91 00:05:18,458 --> 00:05:21,291 Ακόμα κι αν μου τυλίξετε το κεφάλι με 50 επιδέσμους, 92 00:05:21,375 --> 00:05:23,500 εγώ πάλι θα μπορώ να σας διαβάσω. 93 00:05:23,583 --> 00:05:27,166 Εννοούσε την κάθε του λέξη. Ένιωσα να κεντρίζει την περιέργειά μου. 94 00:05:27,250 --> 00:05:28,250 Περάστε, παρακαλώ. 95 00:05:35,166 --> 00:05:38,791 Για να δούμε. Πόσα δάχτυλα δείχνει ο δρ Μάρσαλ; 96 00:05:38,875 --> 00:05:40,291 -Επτά. -"Πάλι", είπα. 97 00:05:40,375 --> 00:05:41,750 -Εννιά. -"Πάλι", είπα. 98 00:05:41,833 --> 00:05:42,833 -Τρία. -Πάλι. 99 00:05:42,916 --> 00:05:44,291 -Ξανά τρία. -Πάλι. 100 00:05:45,250 --> 00:05:46,166 Κανένα. 101 00:05:48,458 --> 00:05:49,333 Τι κόλπο κάνετε; 102 00:05:49,416 --> 00:05:53,333 Κανένα κόλπο. Το κατάφερα έπειτα από χρόνια εξάσκησης. 103 00:05:53,416 --> 00:05:54,708 Τι είδους εξάσκησης; 104 00:05:54,791 --> 00:05:57,208 Με συγχωρείτε, αυτό είναι προσωπικό θέμα. 105 00:05:58,125 --> 00:05:59,291 Τι θέλετε από μας; 106 00:05:59,375 --> 00:06:02,333 Δουλεύω σε περιοδεύοντα θίασο. Φτάσαμε σήμερα. 107 00:06:02,416 --> 00:06:05,791 Απόψε ξεκινάμε παραστάσεις στο Ρόιαλ Πάλας Χολ. 108 00:06:05,875 --> 00:06:07,375 Το πρόγραμμα με αναφέρει ως: 109 00:06:07,458 --> 00:06:09,708 Ιμντάντ Καν, Ο Άνθρωπος Που Βλέπει Χωρίς Μάτια. 110 00:06:09,791 --> 00:06:11,750 Όποτε φτάνουμε σε μια πόλη, 111 00:06:11,833 --> 00:06:13,250 πάω στο μεγαλύτερο νοσοκομείο 112 00:06:13,333 --> 00:06:16,791 και ζητώ να μου δέσουν τα μάτια όσο το δυνατόν καλύτερα. 113 00:06:16,875 --> 00:06:19,125 Είναι σημαντικό να γίνει από γιατρούς, 114 00:06:19,208 --> 00:06:21,208 αλλιώς ο κόσμος θα με θεωρεί απατεώνα. 115 00:06:21,291 --> 00:06:24,041 Έπειτα, βγαίνω στον δρόμο και κάνω κάτι επικίνδυνο. 116 00:06:24,125 --> 00:06:25,333 Κοίταξα τους άλλους. 117 00:06:25,416 --> 00:06:28,458 Δρ Μίτρα και δρ Μακφάρλαν είχαν ασθενείς. Πηγαίνετε. 118 00:06:28,541 --> 00:06:31,541 -Μα ο δρ Μάρσαλ είπε… -Γιατί όχι; Ας γίνει σωστά. 119 00:06:31,625 --> 00:06:33,708 Ας φροντίσουμε να μη βλέπει τίποτα. 120 00:06:33,791 --> 00:06:36,208 Είστε ευγενικός. Κάντε ό,τι κρίνετε. 121 00:06:36,291 --> 00:06:38,000 "Πριν τον περιδέσουμε", είπα, 122 00:06:38,083 --> 00:06:40,250 "γέμισε τις κόγχες με κάτι μαλακό, στερεό". 123 00:06:40,333 --> 00:06:42,500 -Ζυμάρι; -Άψογο. Πήγαινε στον φούρνο. 124 00:06:42,583 --> 00:06:44,375 Εγώ θα του πιάσω τα βλέφαρα. 125 00:06:44,458 --> 00:06:46,916 Οδήγησα τον Ιμντάντ στο χειρουργείο. 126 00:06:47,000 --> 00:06:48,250 "Ξαπλώστε", είπα. 127 00:06:48,333 --> 00:06:50,666 Πήρα ένα μπουκαλάκι κολλόδιο. 128 00:06:50,750 --> 00:06:52,916 Μ' αυτό θα σας σφραγίσω τα βλέφαρα. 129 00:06:53,000 --> 00:06:54,291 Πώς θα το αφαιρέσω; 130 00:06:54,375 --> 00:06:57,833 Με λίγο αλκοόλ κάτω από τις βλεφαρίδες. Θα διαλυθεί. 131 00:06:57,916 --> 00:07:00,583 Κρατήστε τα μάτια κλειστά μέχρι να σκληρύνει. 132 00:07:00,666 --> 00:07:01,625 Πέρασαν δύο λεπτά. 133 00:07:01,708 --> 00:07:04,041 "Ανοίξτε τα μάτια", είπα. Δεν μπορούσε. 134 00:07:04,125 --> 00:07:08,000 Πήρα ζυμάρι από τον δρα Μάρσαλ και το άπλωσα στο ένα μάτι του Ιμντάντ. 135 00:07:08,083 --> 00:07:09,333 Γέμισα όλη την κόγχη, 136 00:07:09,416 --> 00:07:12,000 ώστε το ζυμάρι να καλύψει και λίγο γύρω δέρμα. 137 00:07:12,083 --> 00:07:13,791 Το ίδιο έκανα στο άλλο μάτι. 138 00:07:13,875 --> 00:07:15,583 Πίεσα δυνατά τις άκρες. 139 00:07:15,666 --> 00:07:17,166 "Σας είναι δυσάρεστο;" ρώτησα. 140 00:07:17,250 --> 00:07:18,416 Καθόλου. Ευχαριστώ. 141 00:07:18,500 --> 00:07:20,291 "Περίδεσέ τον", είπα στον Μάρσαλ. 142 00:07:20,375 --> 00:07:22,000 Τα δάχτυλά μου κολλάνε. 143 00:07:22,083 --> 00:07:24,833 Μετά χαράς. Θα βάλουμε αυτά εδώ… 144 00:07:24,916 --> 00:07:28,333 Ο δρ Μάρσαλ πρόσθεσε παχύ χειρουργικό βαμβάκι πάνω από το ζυμάρι. 145 00:07:28,416 --> 00:07:29,375 Κόλλησε καλά. 146 00:07:29,458 --> 00:07:30,416 Ανακαθίστε. 147 00:07:31,125 --> 00:07:34,416 Ο δρ Μάρσαλ τύλιξε πρόσωπο και κεφάλι με επίδεσμο 7,5 εκατοστών. 148 00:07:34,500 --> 00:07:36,833 Αφήστε τη μύτη ελεύθερη για να αναπνέω. 149 00:07:36,916 --> 00:07:37,750 Φυσικά. 150 00:07:38,750 --> 00:07:41,500 Συγγνώμη, θα νιώσετε ένα τσίμπημα στη σφιχτή πλευρά. 151 00:07:44,166 --> 00:07:45,166 Πώς σας φαίνεται; 152 00:07:45,250 --> 00:07:46,250 "Περίφημο", είπα. 153 00:07:46,333 --> 00:07:48,708 Σαν να είχε κάνει μια φρικτή επέμβαση εγκεφάλου. 154 00:07:48,791 --> 00:07:49,666 Πώς νιώθετε; 155 00:07:49,750 --> 00:07:50,833 Πολύ καλά. 156 00:07:50,916 --> 00:07:53,916 Οφείλω να σας επαινέσω για τη διεξοδική δουλειά σας. 157 00:07:54,000 --> 00:07:57,166 Ο Ιμντάντ Καν σηκώθηκε και περπάτησε προς την πόρτα. 158 00:08:04,291 --> 00:08:07,458 Θεέ και Κύριε! Το είδες; Έπιασε κατευθείαν το χερούλι! 159 00:08:07,541 --> 00:08:08,958 Ο Μάρσαλ δεν χαμογελούσε πια. 160 00:08:09,541 --> 00:08:12,583 Ο Ιμντάντ περπατούσε άνετα, σβέλτα στον διάδρομο. 161 00:08:12,666 --> 00:08:16,000 Ήμασταν στα 4-5 μέτρα. Αλλόκοτο να παρακολουθείς κάποιον 162 00:08:16,083 --> 00:08:19,000 με έναν πελώριο επίδεσμο στο κεφάλι να βολτάρει χαλαρά… 163 00:08:19,083 --> 00:08:20,166 "Το είδε!", αναφώνησα. 164 00:08:20,250 --> 00:08:22,875 "Είδε το καρότσι! Είναι απίστευτο!" 165 00:08:22,958 --> 00:08:24,333 Ο δρ Μάρσαλ δεν απάντησε. 166 00:08:24,416 --> 00:08:27,166 Έκανε έναν μορφασμό δυσπιστίας και σοκ. 167 00:08:27,250 --> 00:08:29,708 Ο Ιμντάντ κατέβηκε τις σκάλες με άνεση. 168 00:08:29,791 --> 00:08:31,208 Δεν έπιανε καν την κουπαστή. 169 00:08:31,291 --> 00:08:34,166 Πολλοί ανέβαιναν πάνω. Έβλεπες πώς αντιδρούσαν. 170 00:08:34,875 --> 00:08:38,750 Στον πάτο της σκάλας, έστριψε και κατευθύνθηκε προς την έξοδο. 171 00:08:38,833 --> 00:08:41,166 Εμείς τον ακολουθούσαμε από κοντά. 172 00:08:41,250 --> 00:08:44,583 Κάτω στην αυλή, 100 ξυπόλητα παιδιά όρμησαν φωνάζοντας 173 00:08:44,666 --> 00:08:46,166 προς τον λευκοκέφαλο επισκέπτη. 174 00:08:46,250 --> 00:08:48,500 Αυτός τα χαιρέτησε υψώνοντας τα χέρια. 175 00:08:48,583 --> 00:08:51,833 Πήγε προς ένα ποδήλατο, ανέβηκε και έκανε ένα οχτάρι. 176 00:08:51,916 --> 00:08:54,708 Τα παιδιά τον κυνηγούσαν γελώντας και ζητωκραυγάζοντας. 177 00:08:54,791 --> 00:08:57,583 Ξεχύθηκε στην κυκλοφορία του πολύβουου δρόμου, 178 00:08:57,666 --> 00:09:00,916 με τις κόρνες των οχημάτων να δίνουν και να παίρνουν. 179 00:09:01,000 --> 00:09:02,625 Οδηγούσε καταπληκτικά. 180 00:09:02,708 --> 00:09:04,708 Για ένα λεπτό, διακρινόταν ακόμα. 181 00:09:04,791 --> 00:09:06,750 Μετά, εξαφανίστηκε σε μια στροφή. 182 00:09:06,833 --> 00:09:10,375 -"Δεν το πιστεύω", είπε ο δρ Μάρσαλ. -Δεν το πιστεύω. 183 00:09:10,458 --> 00:09:11,958 "Ούτε εγώ", είπα. 184 00:09:12,041 --> 00:09:14,250 Γίναμε μάρτυρες ενός θαύματος. 185 00:09:14,333 --> 00:09:16,875 Την υπόλοιπη μέρα, ασχολήθηκα με ασθενείς. 186 00:09:16,958 --> 00:09:19,541 Το βράδυ, πήγα σπίτι μου να αλλάξω. 187 00:09:19,625 --> 00:09:21,000 Έκανα ένα μακρύ, κρύο ντους. 188 00:09:21,083 --> 00:09:24,500 Ήπια ένα ουίσκι με σόδα στη βεράντα, με μόνο μια πετσέτα στη μέση. 189 00:09:24,583 --> 00:09:27,500 Στις επτά παρά δέκα, έφτασα στο Ρόιαλ Πάλας Χολ. 190 00:09:27,583 --> 00:09:29,000 Η παράσταση κράτησε δύο ώρες. 191 00:09:29,083 --> 00:09:32,458 Παραδόξως, την απόλαυσα. Ζογκλέρ, γητευτής φιδιών, πυροφάγος 192 00:09:32,541 --> 00:09:35,666 κι ένας που έσπρωξε ένα μακρύ ξίφος μέχρι το στομάχι. 193 00:09:35,750 --> 00:09:37,458 Τέλος, οι τρομπέτες σάλπισαν 194 00:09:37,541 --> 00:09:40,000 την εμφάνιση του φίλου μας, Ιμντάντ Καν. 195 00:09:40,083 --> 00:09:43,041 Μέλη του κοινού κλήθηκαν να του δέσουν τα μάτια. 196 00:09:43,125 --> 00:09:45,250 Αφού πέταξε μαχαίρια γύρω από ένα αγόρι, 197 00:09:45,333 --> 00:09:47,541 πυροβόλησε το τενεκεδάκι πάνω στο κεφάλι του. 198 00:09:47,625 --> 00:09:51,458 Τέλος, του φόρεσαν ένα μεταλλικό βαρέλι στο ήδη δεμένο κεφάλι του. 199 00:09:51,541 --> 00:09:55,291 Το αγόρι τού έδωσε μια βελόνα στο ένα χέρι και κλωστή στο άλλο. 200 00:09:55,375 --> 00:09:57,708 Μπροστά του έβαλαν έναν μεγάλο μεγεθυντικό φακό. 201 00:09:57,791 --> 00:09:59,375 Χωρίς περιττές κινήσεις, 202 00:09:59,458 --> 00:10:02,458 πέρασε άψογα την κλωστή από την τρύπα της βελόνας. 203 00:10:07,208 --> 00:10:08,208 Έμεινα άναυδος. 204 00:10:10,583 --> 00:10:13,125 Στα παρασκήνια, βρήκα τον Ιμντάντ να κάθεται ήρεμος 205 00:10:13,208 --> 00:10:14,625 και να ξεβάφεται. 206 00:10:14,708 --> 00:10:16,416 Σας τρώει η περιέργεια, γιατρέ. 207 00:10:16,500 --> 00:10:17,666 "Εντελώς", είπα. 208 00:10:17,750 --> 00:10:21,583 Με εντυπωσίασε ξανά η συστάδα από μαύρες τρίχες στα αυτιά του. 209 00:10:21,666 --> 00:10:23,916 Δεν είχα ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο. 210 00:10:24,000 --> 00:10:26,458 Έχω μια πρόταση: Δεν γράφω επαγγελματικά. 211 00:10:26,541 --> 00:10:28,875 Όμως, αν μου πείτε πώς αποκτήσατε τη δύναμη 212 00:10:28,958 --> 00:10:31,833 να βλέπετε χωρίς μάτια, θα το καταγράψω με ευλάβεια. 213 00:10:31,916 --> 00:10:34,833 Θα παλέψω να δημοσιευτεί στη Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση, 214 00:10:34,916 --> 00:10:36,125 ή σε διάσημο περιοδικό. 215 00:10:36,208 --> 00:10:38,375 Θα βοηθούσε; Το να γίνετε πιο γνωστός; 216 00:10:38,458 --> 00:10:40,416 -Θα βοηθούσε πολύ. -Περίφημα. 217 00:10:40,500 --> 00:10:43,333 Έχω μια μέθοδο στενογραφίας για ιατρικά ιστορικά. 218 00:10:43,416 --> 00:10:46,500 Θεωρώ ότι κατέγραψα όλα όσα μου είπε, λέξη προς λέξη. 219 00:10:46,583 --> 00:10:48,750 Σας τα μεταφέρω με απόλυτη ακρίβεια. 220 00:10:50,041 --> 00:10:52,583 ΟΣΑ ΜΟΥ ΕΙΠΕ Ο ΙΜΝΤΑΝΤ ΚΑΝ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ 221 00:10:52,666 --> 00:10:53,541 (ΛΕΞΗ ΠΡΟΣ ΛΕΞΗ) 222 00:10:55,708 --> 00:10:58,791 Γεννήθηκα στο Κασμίρ το 1873. 223 00:10:58,875 --> 00:11:01,916 Ο πατέρας μου ήταν εισπράκτορας στους σιδηροδρόμους. 224 00:11:02,000 --> 00:11:05,291 Μια μέρα, ήρθε στο σχολείο μας ένας ταχυδακτυλουργός. 225 00:11:05,375 --> 00:11:06,833 Μαγεύτηκα. 226 00:11:06,916 --> 00:11:08,833 Λίγο μετά, πήρα τις οικονομίες μου 227 00:11:08,916 --> 00:11:11,375 και έφυγα με έναν περιοδεύοντα θίασο. 228 00:11:11,458 --> 00:11:14,708 Αυτό έγινε το 1886. Ήμουν 13 ετών. 229 00:11:14,791 --> 00:11:15,791 Για τρία χρόνια, 230 00:11:15,875 --> 00:11:18,500 γυρνούσα με τον θίασο όλο το Παντζάμπ. 231 00:11:18,583 --> 00:11:21,125 Στο τέλος, ήμουν το πρώτο όνομα. 232 00:11:21,208 --> 00:11:23,666 Όλον αυτόν τον καιρό, έκανα οικονομίες. 233 00:11:23,750 --> 00:11:27,541 Τελικά, μαζεύτηκαν λίγο πάνω από 3.000 ρουπίες. 234 00:11:27,625 --> 00:11:30,625 Άκουσα να λένε για έναν σπουδαίο, φημισμένο γιόγκι, 235 00:11:30,708 --> 00:11:32,958 με τη σπάνια ικανότητα της αιώρησης. 236 00:11:33,041 --> 00:11:34,666 Όταν προσευχόταν, έλεγαν, 237 00:11:34,750 --> 00:11:38,208 όλο του το σώμα ανυψωνόταν 45 πόντους από το έδαφος. 238 00:11:38,291 --> 00:11:40,250 Στη χειρότερη, ένα τρομερό εφέ. 239 00:11:41,375 --> 00:11:42,208 Μουστάκι; 240 00:11:44,666 --> 00:11:46,000 Άφησα τον θίασο 241 00:11:46,083 --> 00:11:49,375 και πήγα στον μικρό οικισμό στις όχθες του Γάγγη, 242 00:11:49,458 --> 00:11:51,375 όπου κατά τις φήμες ζούσε ο γιόγκι. 243 00:11:51,458 --> 00:11:53,833 Μια μέρα, ένας ταξιδιώτης ανέφερε έναν ερημίτη 244 00:11:53,916 --> 00:11:57,583 που είχε συναντήσει όχι μακριά από κει, ολομόναχο στη ζούγκλα. 245 00:11:57,666 --> 00:11:58,958 Αυτό μου ήταν αρκετό. 246 00:11:59,041 --> 00:12:01,166 Έσπευσα να νοικιάσω άλογο και κάρο. 247 00:12:02,083 --> 00:12:03,708 Ενώ παζάρευα με τον οδηγό, 248 00:12:03,791 --> 00:12:06,291 ήρθε κάποιος που πήγαινε προς την ίδια κατεύθυνση 249 00:12:06,375 --> 00:12:09,291 και πρότεινε να μοιραστούμε το κάρο και τα έξοδα. 250 00:12:09,375 --> 00:12:12,166 Τι αδιανόητα φανταστική τύχη! 251 00:12:12,250 --> 00:12:13,541 Μιλώντας στον συνταξιδιώτη, 252 00:12:13,625 --> 00:12:16,625 έμαθα ότι ήταν μαθητής του ίδιου του μεγάλου γιόγκι, 253 00:12:16,708 --> 00:12:19,541 καθ' οδόν για να επισκεφθεί τον δάσκαλό του. 254 00:12:19,625 --> 00:12:20,458 Δεν άντεξα. 255 00:12:20,541 --> 00:12:23,416 "Αυτόν ψάχνω! Μπορώ να τον συναντήσω;" 256 00:12:23,500 --> 00:12:26,291 Εκείνος μου έριξε ένα μακρύ, αργόσυρτο βλέμμα. 257 00:12:26,375 --> 00:12:28,458 "Αυτό είναι αδύνατον", είπε. 258 00:12:28,541 --> 00:12:31,750 Από εκείνη την ώρα, δεν απαντούσε στις ερωτήσεις μου. 259 00:12:31,833 --> 00:12:34,416 Ωστόσο, κατάφερα να μάθω μια λεπτομέρεια: 260 00:12:34,500 --> 00:12:37,625 την ώρα της μέρας που ο γιόγκι άρχιζε τον διαλογισμό. 261 00:12:37,708 --> 00:12:41,958 Ο συνταξιδιώτης μού έκανε νεύμα να σταματήσω, κατέβηκε κι εξαφανίστηκε. 262 00:12:42,041 --> 00:12:44,625 Προσποιήθηκα ότι συνέχισα. Μόλις έστριψα, 263 00:12:44,708 --> 00:12:46,875 πήδηξα κάτω και χώθηκα στο μονοπάτι. 264 00:12:46,958 --> 00:12:49,750 Ο άντρας είχε ήδη εξαφανιστεί στη ζούγκλα. 265 00:12:49,833 --> 00:12:51,750 Κάτι θρόισε στη χαμηλή βλάστηση. 266 00:12:51,833 --> 00:12:54,125 "Αν δεν είναι αυτός, θα 'ναι τίγρη. 267 00:12:54,208 --> 00:12:56,750 Θα μου χιμήξει, θα με ξεσκίσει 268 00:12:56,833 --> 00:12:59,583 και θα με φάει σε μπουκίτσες αιμάτινης σάρκας". 269 00:13:00,958 --> 00:13:01,833 Ήταν αυτός. 270 00:13:04,125 --> 00:13:07,583 Εκεί που περπατούσε δεν υπήρχε ούτε υποψία μονοπατιού. 271 00:13:07,666 --> 00:13:09,958 Προχωρούσε παραμερίζοντας ψηλά μπαμπού 272 00:13:10,041 --> 00:13:11,791 και κάθε λογής πυκνή βλάστηση. 273 00:13:11,875 --> 00:13:15,833 Γλίστρησα πίσω του αθόρυβα, κρατώντας απόσταση περίπου 100 μέτρων. 274 00:13:15,916 --> 00:13:18,916 Όποτε τον έχανα από τα μάτια μου, δηλαδή συνέχεια, 275 00:13:19,000 --> 00:13:21,458 ακολουθούσα τον ήχο των βημάτων του. 276 00:13:21,541 --> 00:13:24,750 Αυτή η νευρική παρακολούθηση κράτησε για μισή ώρα. 277 00:13:24,833 --> 00:13:27,666 Τότε, ξαφνικά, έπαψα να τον ακούω. 278 00:13:27,750 --> 00:13:29,625 Σταμάτησα και έστησα αυτί. 279 00:13:29,708 --> 00:13:31,583 Μέσα από τους πυκνούς θάμνους, 280 00:13:31,666 --> 00:13:34,166 ξάφνου διέκρινα ένα ξέφωτο και δυο καλύβες. 281 00:13:34,250 --> 00:13:35,458 Η καρδιά μου αναπήδησε. 282 00:13:35,541 --> 00:13:37,833 Δίπλα στην κοντινότερη, ήταν ένας νερόλακκος 283 00:13:37,916 --> 00:13:39,916 με ένα χαλάκι προσευχής δίπλα του. 284 00:13:40,000 --> 00:13:44,208 Από πάνω, ένα μεγάλο μπάομπαμπ με όμορφη, παχιά φυλλωσιά. 285 00:13:44,291 --> 00:13:46,583 Όλη τη λάβρα του μεσημεριού, περίμενα. 286 00:13:46,666 --> 00:13:49,500 Τη βαριά, υγρή ζέστη του απογεύματος, περίμενα. 287 00:13:49,583 --> 00:13:50,958 Καθώς πλησίαζε πέντε, 288 00:13:51,041 --> 00:13:54,416 σκαρφάλωσα αθόρυβα στο δέντρο και κρύφτηκα στις φυλλωσιές. 289 00:13:54,500 --> 00:13:56,625 Ο μεγάλος γιόγκι βγήκε από την καλύβα 290 00:13:56,708 --> 00:13:58,541 και κάθισε οκλαδόν στο χαλάκι. 291 00:13:58,625 --> 00:14:01,208 Κάθε του κίνηση ήταν ήρεμη και απαλή. 292 00:14:01,291 --> 00:14:03,791 Έβαλε τα χέρια στα γόνατά του με τις παλάμες κάτω 293 00:14:03,875 --> 00:14:06,041 και πήρε μακριά εισπνοή από τη μύτη. 294 00:14:06,125 --> 00:14:09,875 Μπορούσα ήδη να διακρίνω κάτι σαν λάμψη να τον περιλούζει. 295 00:14:09,958 --> 00:14:13,291 Για 14 λεπτά, παρέμεινε σε απόλυτη ακινησία. 296 00:14:13,375 --> 00:14:17,000 Μετά, ενώ τον παρακολουθούσα και είδα, είμαι βέβαιος γι' αυτό, 297 00:14:17,083 --> 00:14:19,166 το σώμα του να σηκώνεται αργά. 298 00:14:20,666 --> 00:14:24,333 Τριάντα πόντοι από το έδαφος. Σαράντα. Σαράντα πέντε. Πενήντα. 299 00:14:25,083 --> 00:14:27,166 Εξήντα πόντοι από το χαλάκι. 300 00:14:27,250 --> 00:14:28,958 Ψηλά στο δέντρο, αναλογίστηκα 301 00:14:29,041 --> 00:14:32,125 "Εκεί μπροστά σου, ένας άντρας κάθεται στον αέρα". 302 00:14:33,458 --> 00:14:37,416 Σαράντα έξι λεπτά, με το ρολόι, έμεινε το σώμα του να αιωρείται. 303 00:14:37,500 --> 00:14:39,708 Μετά, επέστρεψε αργά στο έδαφος, 304 00:14:39,791 --> 00:14:42,333 ώσπου τα οπίσθιά του ακούμπησαν στο χαλάκι. 305 00:14:42,416 --> 00:14:44,916 Κατέβηκα από το δέντρο κι έτρεξα σ' αυτόν. 306 00:14:45,000 --> 00:14:47,291 Ο μεγάλος γιόγκι έπλενε χέρια και πόδια. 307 00:14:47,375 --> 00:14:49,583 "Πόση ώρα είσαι εδώ;" ρώτησε. 308 00:14:49,666 --> 00:14:52,208 Ξαφνικά, μου πέταξε ένα τούβλο, τόσο δυνατά, 309 00:14:52,291 --> 00:14:54,791 που έσπασε στα δύο όταν με βρήκε στο καλάμι. 310 00:14:54,875 --> 00:14:57,000 Ακόμα έχω το σημάδι. Δείτε το. 311 00:14:59,916 --> 00:15:01,708 Το χτύπημα αποδείχτηκε τυχερό. 312 00:15:01,791 --> 00:15:04,791 Ένας καλός γιόγκι μένει ψύχραιμος. Δεν πετά τούβλα. 313 00:15:04,875 --> 00:15:09,250 Ο γέρος ταπεινώθηκε, μετάνιωσε και απογοητεύτηκε με τον εαυτό του. 314 00:15:09,333 --> 00:15:12,625 Εξήγησε ότι, παρότι δεν μπορούσε να με κάνει μαθητή του, 315 00:15:12,708 --> 00:15:15,541 θα μου έκανε κάποια άτυπη διδασκαλία, 316 00:15:15,625 --> 00:15:17,708 για να επανορθώσει για την επίθεση, 317 00:15:17,791 --> 00:15:20,125 μια επίθεση που μου άξιζε, πάντως. 318 00:15:20,208 --> 00:15:22,041 Αυτό έγινε το 1890. 319 00:15:22,125 --> 00:15:24,041 Ήμουν σχεδόν 17 ετών. 320 00:15:26,000 --> 00:15:28,250 Ποια ήταν, λοιπόν, η διδασκαλία του; 321 00:15:28,333 --> 00:15:29,875 Ιδού. 322 00:15:29,958 --> 00:15:31,458 Το μυαλό είναι διασκορπισμένο. 323 00:15:31,541 --> 00:15:34,541 Ασχολείται ταυτόχρονα με μύρια διαφορετικά θέματα. 324 00:15:34,625 --> 00:15:37,250 Πράγματα που βλέπεις, ακούς, μυρίζεις. 325 00:15:37,333 --> 00:15:40,208 Που σκέφτεσαι ή που παλεύεις να μη σκέφτεσαι. 326 00:15:40,291 --> 00:15:42,250 Πρέπει να μάθεις να συγκεντρώνεσαι 327 00:15:42,333 --> 00:15:45,916 ώστε να βλέπεις ένα αντικείμενο, ένα μόνο, και τίποτε άλλο. 328 00:15:46,000 --> 00:15:48,958 Αν κοπιάσεις, ίσως καταφέρεις να εστιάσεις το μυαλό 329 00:15:49,041 --> 00:15:50,458 σε αυτό που θα επιλέξεις 330 00:15:50,541 --> 00:15:52,458 για περίπου τριάμισι λεπτά. 331 00:15:52,541 --> 00:15:55,625 Αυτό απαιτεί κάπου 20 χρόνια καθημερινής προσπάθειας. 332 00:15:55,708 --> 00:15:57,291 "Είκοσι!" αναφώνησα. 333 00:15:57,375 --> 00:15:59,083 Είκοσι. Μπορεί και παραπάνω. 334 00:15:59,166 --> 00:16:01,875 Αυτός είναι ο συνήθης χρόνος, αν τα καταφέρεις. 335 00:16:01,958 --> 00:16:03,541 Θα έχω γεράσει μέχρι τότε! 336 00:16:03,625 --> 00:16:06,416 Ο χρόνος ποικίλλει. Άλλοι θέλουν 10, άλλοι 30. 337 00:16:06,500 --> 00:16:09,333 Σε σπανιότατες περιπτώσεις, κάποιος ξεχωριστός 338 00:16:09,416 --> 00:16:12,250 μπορεί να αποκτήσει τη δύναμη σε ένα-δύο χρόνια, 339 00:16:12,333 --> 00:16:14,250 αλλά αυτό δεν αφορά εσένα. 340 00:16:14,333 --> 00:16:16,625 Είναι τόσο δύσκολο να συγκεντρωθείς… 341 00:16:16,708 --> 00:16:21,166 Σχεδόν αδύνατον. Δοκίμασε. Κλείσε τα μάτια και σκέψου κάτι. 342 00:16:21,250 --> 00:16:24,291 Σκέψου ένα μόνο αντικείμενο. Φαντάσου το. Δες το. 343 00:16:24,375 --> 00:16:26,458 Σε λίγα δευτερόλεπτα, το μυαλό φεύγει. 344 00:16:26,541 --> 00:16:29,541 Άλλες σκέψεις εισχωρούν. Είναι πολύ δύσκολο πράγμα. 345 00:16:29,625 --> 00:16:31,625 Αυτά είπε ο μεγάλος, σοφός γιόγκι. 346 00:16:33,708 --> 00:16:36,500 Έτσι ξεκίνησε η εξάσκησή μου. 347 00:16:37,083 --> 00:16:38,458 Κάθε βράδυ καθόμουν, 348 00:16:38,541 --> 00:16:41,916 έκλεινα τα μάτια και φανταζόμουν το άτομο που αγαπούσα πιο πολύ. 349 00:16:42,000 --> 00:16:45,333 Τον μεγάλο μου αδερφό, που πέθανε δέκα ετών από ασθένεια. 350 00:16:45,416 --> 00:16:49,208 Συγκεντρωνόμουν στο πρόσωπό του και, μόλις το μυαλό μου έφευγε, 351 00:16:49,291 --> 00:16:52,166 σταματούσα την άσκηση, ξεκουραζόμουν αρκετά λεπτά 352 00:16:52,250 --> 00:16:53,458 και ξαναπροσπαθούσα. 353 00:16:53,541 --> 00:16:55,291 Πέντε χρόνια μετά, 354 00:16:55,375 --> 00:16:58,208 μπορούσα να συγκεντρώνομαι πλήρως στο πρόσωπό του 355 00:16:58,291 --> 00:16:59,750 για ενάμισι λεπτό. 356 00:16:59,833 --> 00:17:01,166 Σημείωνα πρόοδο. 357 00:17:04,791 --> 00:17:05,625 Στο μεταξύ, 358 00:17:05,708 --> 00:17:08,833 άρχισα να κερδίζω καλά χρήματα ως ταχυδακτυλουργός. 359 00:17:08,916 --> 00:17:11,041 Έχω εκ φύσεως πολύ επιδέξια δάχτυλα. 360 00:17:11,125 --> 00:17:13,708 Πάντα, όμως, συνέχιζα τις ασκήσεις μου. 361 00:17:13,791 --> 00:17:17,583 Κάθε βράδυ, όπου κι αν ήμουν, έβρισκα ένα ήσυχο σημείο 362 00:17:17,666 --> 00:17:20,333 και συγκεντρωνόμουν στο πρόσωπο του αδερφού μου. 363 00:17:20,416 --> 00:17:23,583 Μερικές φορές, άρχιζα κοιτώντας τη φλόγα ενός κεριού. 364 00:17:23,666 --> 00:17:27,041 Η φλόγα ενός κεριού, όπως ξέρετε, έχει τρία διακριτά μέρη: 365 00:17:27,125 --> 00:17:29,541 το κίτρινο ψηλά, το μοβ χαμηλά 366 00:17:29,625 --> 00:17:30,875 και το μαύρο μέσα. 367 00:17:30,958 --> 00:17:33,833 Το τοποθετούσα 40 πόντους από το πρόσωπό μου, 368 00:17:33,916 --> 00:17:35,458 στο ύψος των ματιών μου, 369 00:17:35,541 --> 00:17:38,708 ώστε οι μύες των ματιών να μη χρειάζεται να κάνουν 370 00:17:38,791 --> 00:17:39,916 την παραμικρή κίνηση. 371 00:17:40,000 --> 00:17:44,041 Κοιτούσα το μαύρο τμήμα στο κέντρο, ώσπου όλα γύρω μου εξαφανίζονταν. 372 00:17:44,125 --> 00:17:45,458 Μετά, έκλεινα τα μάτια 373 00:17:45,541 --> 00:17:48,000 και εστίαζα στο πρόσωπο του αδερφού μου. 374 00:17:48,916 --> 00:17:53,750 Το 1907, σε ηλικία 34 ετών, μπορούσα πια να συγκεντρώνομαι για τρία λεπτά 375 00:17:53,833 --> 00:17:56,125 χωρίς το μυαλό μου να αποσπάται. 376 00:17:56,208 --> 00:17:59,458 Εκείνη την εποχή αντιλήφθηκα και μια ελαφριά ικανότητα, 377 00:17:59,541 --> 00:18:01,291 μια αλλόκοτη, μικρή αίσθηση. 378 00:18:01,375 --> 00:18:04,375 Όταν έκλεινα τα μάτια και κοιτούσα κάτι επίμονα, 379 00:18:04,458 --> 00:18:05,750 με άγρια ένταση, 380 00:18:05,833 --> 00:18:08,541 μπορούσα να δω το περίγραμμά του. 381 00:18:08,625 --> 00:18:10,583 Σκέφτηκα κάτι που είχε πει ο γιόγκι: 382 00:18:10,666 --> 00:18:14,250 "Ορισμένοι άγιοι άνθρωποι αποκτούν τόσο ισχυρή συγκέντρωση, 383 00:18:14,333 --> 00:18:17,000 που μπορούν να δουν χωρίς μάτια". 384 00:18:17,083 --> 00:18:21,416 Κάθε νύχτα, μετά τις ασκήσεις μου με τη φλόγα του κεριού, 385 00:18:21,500 --> 00:18:24,333 έπινα ένα φλιτζάνι καφέ, έδενα τα μάτια μου, 386 00:18:24,416 --> 00:18:26,875 καθόμουν στην καρέκλα και έκανα δοκιμές. 387 00:18:26,958 --> 00:18:29,125 Ξεκίνησα με μια τράπουλα. 388 00:18:29,208 --> 00:18:31,333 Την εξέταζα από πίσω, μάντευα τα φύλλα. 389 00:18:31,416 --> 00:18:33,583 Αμέσως, είχα ποσοστό επιτυχίας 60%. 390 00:18:33,666 --> 00:18:35,833 Αργότερα, αγόρασα διάφορους χάρτες 391 00:18:35,916 --> 00:18:37,625 και τους κρέμασα στο δωμάτιο. 392 00:18:37,708 --> 00:18:42,083 Περνούσα ώρες κοιτώντας τους με δεμένα μάτια, μαντεύοντας τι έγραφαν. 393 00:18:42,166 --> 00:18:46,291 Κάθε βράδυ για τα επόμενα οκτώ χρόνια, συνέχιζα τέτοιες ασκήσεις. 394 00:18:46,375 --> 00:18:49,000 Το 1915, μπορούσα να διαβάζω ολόκληρο βιβλίο, 395 00:18:49,083 --> 00:18:50,958 από την αρχή μέχρι το τέλος. 396 00:18:51,041 --> 00:18:52,291 Τα είχα καταφέρει! 397 00:18:52,375 --> 00:18:54,291 Επιτέλους, είχα αυτήν τη δύναμη. 398 00:18:55,833 --> 00:18:58,541 Όπως ξέρετε, εκεί βασίστηκαν όλες οι παραστάσεις μου. 399 00:18:58,625 --> 00:19:01,791 Το κοινό το λάτρεψε, μα όλοι το θεωρούν κόλπο. 400 00:19:01,875 --> 00:19:05,333 Ακόμα και γιατροί, σαν εσάς, που μου δένουν σφιχτά τα μάτια 401 00:19:05,416 --> 00:19:08,375 δεν πιστεύουν ότι μπορεί κανείς να δει χωρίς μάτια. 402 00:19:08,458 --> 00:19:11,708 Όμως, υπάρχουν άλλοι τρόποι να στείλεις εικόνα στον εγκέφαλο. 403 00:19:11,791 --> 00:19:13,208 Ο Ιμντάντ Καν σιώπησε. 404 00:19:13,291 --> 00:19:14,208 Είχε κουραστεί. 405 00:19:14,291 --> 00:19:15,666 "Ποιοι τρόποι;" ρώτησα. 406 00:19:17,750 --> 00:19:19,333 Ειλικρινά, δεν ξέρω. 407 00:19:21,083 --> 00:19:23,958 Η όραση εκτελείται από άλλο μέρος του σώματος. 408 00:19:24,041 --> 00:19:24,958 Ποιο; 409 00:19:35,125 --> 00:19:36,666 Εκείνη τη νύχτα, δεν ξάπλωσα. 410 00:19:36,750 --> 00:19:39,833 Αυτός ο άντρας θα συνάρπαζε τους επιστήμονες. 411 00:19:39,916 --> 00:19:41,875 Ο πιο πολύτιμος εν ζωή άνθρωπος. 412 00:19:41,958 --> 00:19:45,625 Έπρεπε να μάθω μέσα από ποια ακριβώς βιολογία, χημεία, μαγεία 413 00:19:45,708 --> 00:19:48,375 έφτανε μια εικόνα στον εγκέφαλο χωρίς μάτια. 414 00:19:48,458 --> 00:19:51,833 Τυφλοί θα έβλεπαν. Κουφοί θα άκουγαν. Και τι άλλο, άραγε; 415 00:19:51,916 --> 00:19:54,541 Αυτός ο απίθανος άνθρωπος άξιζε να προσεχθεί. 416 00:19:54,625 --> 00:19:58,333 Άρχισα να μεταγράφω προσεκτικά όλα όσα μου είχε πει ο Ιμντάντ. 417 00:19:58,416 --> 00:20:00,416 Έγραφα πέντε ώρες χωρίς σταματημό. 418 00:20:03,125 --> 00:20:06,583 Στις οκτώ το άλλο πρωί, τέλειωσα το πιο σημαντικό κομμάτι: 419 00:20:06,666 --> 00:20:08,041 τις σελίδες που διαβάσατε. 420 00:20:08,125 --> 00:20:10,958 Δεν είδα τον δρα Μάρσαλ μέχρι το διάλειμμα για τσάι. 421 00:20:11,041 --> 00:20:13,291 Του είπα ό,τι προλάβαινα να του πω. 422 00:20:13,375 --> 00:20:15,916 "Απόψε ξαναπάω θέατρο", είπα. Δεν τον χάνω. 423 00:20:16,000 --> 00:20:17,291 Θα έρθω μαζί σου. 424 00:20:17,375 --> 00:20:19,875 Στις 6:45, πήγαμε στο Ρόιαλ Πάλας Χολ. 425 00:20:19,958 --> 00:20:22,458 Παρκάραμε και περπατήσαμε προς το θέατρο. 426 00:20:22,541 --> 00:20:24,250 "Κάτι δεν πάει καλά", είπα. 427 00:20:24,333 --> 00:20:26,625 Ήταν κλειστά και δεν υπήρχε κόσμος. 428 00:20:26,708 --> 00:20:30,666 Η αφίσα ήταν στη θέση της, αλλά κάποιος είχε γράψει πάνω της 429 00:20:30,750 --> 00:20:32,833 "Η αποψινή παράσταση ακυρώνεται". 430 00:20:33,875 --> 00:20:37,208 Ρώτησα έναν γέρο φύλακα δίπλα στις κλειδωμένες πόρτες τι συνέβη. 431 00:20:37,291 --> 00:20:38,583 Κάποιος πέθανε. 432 00:20:38,666 --> 00:20:39,500 "Ποιος;" 433 00:20:39,583 --> 00:20:40,958 Φυσικά, γνώριζα ήδη. 434 00:20:41,041 --> 00:20:42,916 Ο άνθρωπος που βλέπει χωρίς μάτια. 435 00:20:43,666 --> 00:20:45,208 "Πώς;" αναφώνησα. 436 00:20:45,291 --> 00:20:47,250 Πήγε για ύπνο και δεν ξύπνησε. 437 00:20:48,208 --> 00:20:49,375 Συμβαίνουν αυτά. 438 00:20:52,750 --> 00:20:54,416 Γυρίσαμε αργά στο αυτοκίνητο. 439 00:20:59,125 --> 00:21:01,500 Ένιωσα να με κατακλύζουν θλίψη και θυμός. 440 00:21:01,583 --> 00:21:03,583 Κακώς τον άφησα απ' τα μάτια μου. 441 00:21:03,666 --> 00:21:05,500 Έπρεπε να τον είχα αναλάβει πλήρως. 442 00:21:05,583 --> 00:21:07,000 Ο Ιμντάντ Καν έκανε θαύματα. 443 00:21:07,083 --> 00:21:11,333 Επικοινωνούσε με μυστηριώδεις δυνάμεις, πολύ πέρα από τον μέσο άνθρωπο. 444 00:21:11,416 --> 00:21:13,083 Και τώρα ήταν νεκρός. 445 00:21:13,166 --> 00:21:14,833 "Τελείωσε", είπε ο δρ Μάρσαλ. 446 00:21:15,625 --> 00:21:16,541 Τελείωσε. 447 00:21:17,500 --> 00:21:18,500 "Ναι", είπα. 448 00:21:19,833 --> 00:21:20,750 "Τελείωσε". 449 00:21:25,625 --> 00:21:28,083 Αυτή είναι η αληθής και ακριβής καταγραφή 450 00:21:28,166 --> 00:21:30,291 των συναντήσεων με τον Ιμντάντ Καν. 451 00:21:33,416 --> 00:21:34,625 Κοίτα να δεις. 452 00:21:35,708 --> 00:21:37,791 Αυτό κι αν είναι φοβερά ενδιαφέρον. 453 00:21:39,166 --> 00:21:41,333 Μια εκπληκτική πληροφορία. 454 00:21:42,916 --> 00:21:44,333 Ίσως μου αλλάξει τη ζωή. 455 00:22:04,125 --> 00:22:06,541 Η πληροφορία όπου αναφερόταν ο Χένρι 456 00:22:06,625 --> 00:22:10,333 ήταν ότι ο Ιμντάντ Καν είχε εξασκηθεί να διαβάζει τραπουλόχαρτα 457 00:22:10,416 --> 00:22:11,833 από την ανάποδη 458 00:22:11,916 --> 00:22:14,541 και καθώς, όπως είπαμε, δεν ενεργούσε πάντα έντιμα, 459 00:22:14,625 --> 00:22:18,083 ο Χένρι αντιλήφθηκε μεμιάς ότι μπορούσε να βγάλει πολλά. 460 00:22:18,166 --> 00:22:20,500 Κατέβηκε στο κελάρι του μπάτλερ 461 00:22:20,583 --> 00:22:23,208 και ζήτησε κερί, κηροπήγιο και χάρακα. 462 00:22:23,291 --> 00:22:25,041 Πήγε στο δωμάτιό του, κλείδωσε, 463 00:22:25,125 --> 00:22:27,041 κι έκλεισε τις κουρτίνες και το φως. 464 00:22:27,125 --> 00:22:29,625 Έβαλε το κερί στην τουαλέτα. Έφερε καρέκλα. 465 00:22:29,708 --> 00:22:33,083 Πρόσεξε με χαρά ότι τα μάτια του ήταν στο ύψος του φιτιλιού. 466 00:22:33,166 --> 00:22:37,000 Με τον χάρακα, έβαλε το πρόσωπό του στους 40 πόντους από το κερί, 467 00:22:37,083 --> 00:22:38,541 ακολουθώντας το βιβλίο. 468 00:22:38,625 --> 00:22:42,125 Ο Ιμντάντ φανταζόταν το πρόσωπο του αγαπημένου του ανθρώπου. 469 00:22:42,208 --> 00:22:44,666 Στην προκειμένη, του νεκρού αδερφού του. 470 00:22:44,750 --> 00:22:46,458 Ο Χένρι δεν είχε αδερφό. 471 00:22:47,041 --> 00:22:49,958 Έτσι, αποφάσισε να φαντάζεται το δικό του πρόσωπο. 472 00:22:56,750 --> 00:22:59,875 Ενώ ο Χένρι κοιτούσε το μαύρο στο κέντρο της φλόγας, 473 00:22:59,958 --> 00:23:01,583 συνέβη κάτι αξιοσημείωτο. 474 00:23:01,666 --> 00:23:04,791 Το μυαλό του άδειασε, ο εγκέφαλός του ακινητοποιήθηκε, 475 00:23:04,875 --> 00:23:08,083 και ξαφνικά ένιωσε όλο του το σώμα τυλιγμένο 476 00:23:08,166 --> 00:23:09,000 στη ζεστή θαλπωρή 477 00:23:09,083 --> 00:23:11,708 του μικρού, μαύρου κομματιού φλεγόμενης ανυπαρξίας. 478 00:23:12,291 --> 00:23:14,500 Ομολογουμένως, κράτησε μόνο 15 δεύτερα. 479 00:23:14,583 --> 00:23:16,791 Έκτοτε, όπου κι αν ήταν, ό,τι κι αν έκανε, 480 00:23:16,875 --> 00:23:20,291 δεν παρέλειπε να εξασκείται με το κερί πέντε φορές τη μέρα. 481 00:23:20,375 --> 00:23:24,041 Για πρώτη φορά, αφοσιώθηκε σε κάτι με ενθουσιασμό, 482 00:23:24,125 --> 00:23:27,083 και η πρόοδός του ήταν αξιοπρόσεκτη. 483 00:23:27,166 --> 00:23:28,166 Έξι μήνες μετά, 484 00:23:28,250 --> 00:23:31,625 μπορούσε να συγκεντρώνεται στο πρόσωπό του για τρία λεπτά, 485 00:23:31,708 --> 00:23:34,541 χωρίς να εισχωρεί στο μυαλό του καμία άλλη σκέψη. 486 00:23:34,625 --> 00:23:36,166 "Εγώ είμαι", σκέφτηκε ο Χένρι. 487 00:23:36,250 --> 00:23:38,375 "Είμαι η σπάνια περίπτωση που αποκτά 488 00:23:38,458 --> 00:23:40,791 δυνάμεις γιόγκι με απίστευτη ταχύτητα!" 489 00:23:41,333 --> 00:23:45,166 Στο τέλος του πρώτου χρόνου, περνούσε τα πεντέμισι λεπτά. 490 00:23:45,250 --> 00:23:46,375 Η ώρα είχε έρθει. 491 00:23:49,875 --> 00:23:50,833 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ, 1959 492 00:23:50,916 --> 00:23:53,041 Καθιστικό Χένρι, Λονδίνο. Μεσάνυχτα. 493 00:23:53,125 --> 00:23:55,083 Για πρώτη φορά, τρέμοντας από προσμονή, 494 00:23:55,166 --> 00:23:57,291 τοποθετεί μπροστά του μια κλειστή τράπουλα 495 00:23:57,375 --> 00:23:59,041 κι εστιάζει στο πρώτο φύλλο. 496 00:23:59,125 --> 00:24:02,833 Αρχικά, βλέπει μόνο το πίσω μοτίβο από λεπτές κόκκινες γραμμές, 497 00:24:02,916 --> 00:24:05,750 ίσως το πιο κοινό σχέδιο τράπουλας στον κόσμο. 498 00:24:05,833 --> 00:24:09,375 Τώρα, μεταφέρει την προσοχή του στην άλλη πλευρά του φύλλου. 499 00:24:09,458 --> 00:24:13,500 Εστιάζει με μεγάλη ένταση στο αόρατο κάτω μέρος του. 500 00:24:13,583 --> 00:24:16,416 Περνούν 30 δεύτερα. Ένα, δύο, τρία λεπτά. 501 00:24:16,500 --> 00:24:17,916 Ο Χένρι μένει ακίνητος. 502 00:24:18,000 --> 00:24:20,500 Η συγκέντρωσή του είναι απόλυτα δουλεμένη. 503 00:24:20,583 --> 00:24:22,500 Οπτικοποιεί την άλλη όψη του φύλλου. 504 00:24:22,583 --> 00:24:25,000 Το μυαλό του διώχνει κάθε άλλη σκέψη. 505 00:24:25,083 --> 00:24:27,375 Στο τέταρτο λεπτό, κάτι γίνεται. 506 00:24:27,458 --> 00:24:29,333 Αργά, μαγικά αλλά ξεκάθαρα, 507 00:24:29,416 --> 00:24:33,125 η κηλίδα γίνεται μπαστούνι, η ελικοειδής μουτζούρα πεντάρι. 508 00:24:33,208 --> 00:24:34,708 Το πέντε μπαστούνι. 509 00:24:34,791 --> 00:24:38,000 Με τρεμάμενα δάχτυλα, πιάνει το φύλλο και το σηκώνει. 510 00:24:39,041 --> 00:24:40,250 "Τα κατάφερα", λέει. 511 00:24:41,333 --> 00:24:42,541 Του γίνεται εμμονή. 512 00:24:42,625 --> 00:24:45,291 Βγαίνει μόνο για να αγοράσει φαγητό και ποτό. 513 00:24:45,375 --> 00:24:47,250 Όλη μέρα, και συχνά ως αργά τη νύχτα, 514 00:24:47,333 --> 00:24:49,583 σκύβει πάνω από τα χαρτιά με το χρονόμετρο, 515 00:24:49,666 --> 00:24:51,833 μειώνοντας αργά τους χρόνους του. 516 00:24:51,916 --> 00:24:54,791 Σε έναν μήνα, ενάμισι λεπτό. Σε έξι, 20 δεύτερα. 517 00:24:54,875 --> 00:24:56,708 Σε επτά ακόμα, 10 δεύτερα. 518 00:24:56,791 --> 00:24:58,000 Στόχος, τα πέντε. 519 00:24:58,083 --> 00:25:00,708 Αν δεν φτάσει να διαβάζει ένα φύλλο σε πέντε, 520 00:25:00,791 --> 00:25:02,875 θα είναι μάταιο να πάει σε καζίνο. 521 00:25:02,958 --> 00:25:06,916 Όμως, όσο πλησιάζει στον στόχο, τόσο πιο δύσκολος γίνεται. 522 00:25:07,000 --> 00:25:09,166 Τέσσερις βδομάδες για να κατέβει στα εννιά. 523 00:25:09,250 --> 00:25:11,083 Άλλες πέντε για τα οκτώ. 524 00:25:11,166 --> 00:25:12,791 Η δουλειά δεν τον ενοχλεί πια. 525 00:25:12,875 --> 00:25:15,375 Αντέχει 12 ώρες σερί, κανένα πρόβλημα. 526 00:25:15,458 --> 00:25:17,791 Είναι βέβαιος ότι θα φτάσει στον στόχο. 527 00:25:17,875 --> 00:25:20,333 Τα τελευταία δύο δεύτερα παίρνουν 11 μήνες. 528 00:25:20,416 --> 00:25:22,041 Όμως, αργά ένα απόγευμα… 529 00:25:29,708 --> 00:25:33,583 Πέντε δεύτερα. Ο Χένρι χρονομετράει σε κάθε φύλλο. 530 00:25:33,666 --> 00:25:37,458 Πέντε δεύτερα. 531 00:25:38,500 --> 00:25:40,833 Πόσο του πήρε να φτάσει εδώ; 532 00:25:41,666 --> 00:25:44,666 Τρία χρόνια και τρεις μήνες αδιάκοπης προσπάθειας. 533 00:25:46,208 --> 00:25:48,625 Το Λονδίνο είχε πάνω από 100 νόμιμα καζίνο. 534 00:25:48,708 --> 00:25:52,750 Ο Χένρι ήταν μέλος σε δέκα, παρακαλώ. Αγαπημένο του, το Lord's House. 535 00:25:52,833 --> 00:25:56,041 Το ωραιότερο στη χώρα, σε μια υπέροχη γεωργιανή έπαυλη. 536 00:25:56,125 --> 00:25:57,166 Χαίρετε, κε Σούγκαρ. 537 00:25:57,250 --> 00:25:59,916 …είπε ο αρμόδιος να μην ξεχνά ποτέ πρόσωπα. 538 00:26:00,000 --> 00:26:03,125 Ο Χένρι ανέβηκε τις θεσπέσιες σκάλες προς τα ταμεία. 539 00:26:03,208 --> 00:26:05,250 Έδωσε μια επιταγή των 10.000 λιρών. 540 00:26:05,333 --> 00:26:09,416 Τροφαντές γυναίκες περιέβαλαν τη ρουλέτα, σαν κότες την ώρα του ταΐσματος. 541 00:26:09,500 --> 00:26:12,458 Κατακόκκινοι άντρες με πούρα μετρούσαν μάρκες, 542 00:26:12,541 --> 00:26:14,125 λάμποντας από απληστία. 543 00:26:15,541 --> 00:26:17,541 Παράξενο. Για πρώτη φορά, ο Χένρι 544 00:26:17,625 --> 00:26:20,583 κοιτούσε με αποστροφή τους φρικτούς πλούσιους. 545 00:26:20,666 --> 00:26:23,500 Έψαξε άδειο κάθισμα στα δεξιά του κρουπιέρη, 546 00:26:23,583 --> 00:26:25,166 σε κάποιο τραπέζι μπλακτζάκ. 547 00:26:25,250 --> 00:26:28,250 Εκείνος έριξε την πλακέτα του Χένρι σε μια σχισμή. 548 00:26:28,333 --> 00:26:31,458 Ήταν σχετικά νέος, με μαύρα μάτια και γκρίζο δέρμα. 549 00:26:31,541 --> 00:26:33,791 Αγέλαστος, έλεγε μόνο τα απαραίτητα. 550 00:26:33,875 --> 00:26:36,583 Είχε λεπτά χέρια και δάχτυλα-αριθμητήριο. 551 00:26:36,666 --> 00:26:39,875 Πήρε κάμποσες μάρκες των 25 λιρών και τις στοίβαξε. 552 00:26:39,958 --> 00:26:42,708 Δεν τις μέτρησε. Τα δάχτυλά του ήταν αλάθητα. 553 00:26:42,791 --> 00:26:44,250 Τις έσπρωξε στον Χένρι. 554 00:26:44,333 --> 00:26:45,708 Καθώς τις τακτοποιούσε, 555 00:26:45,791 --> 00:26:47,875 ο Χένρι κοίταξε το πρώτο φύλλο. 556 00:26:47,958 --> 00:26:51,375 Είδε ότι ήταν δεκάρι. Πόνταρε οκτώ μάρκες, 200 λίρες, 557 00:26:51,458 --> 00:26:53,583 το ανώτατο επιτρεπόμενο του καζίνο. 558 00:26:53,666 --> 00:26:56,083 Πήρε το δεκάρι. Έπειτα, πήρε εννιάρι. 559 00:26:56,166 --> 00:26:57,333 Σύνολο δεκαεννιά. 560 00:26:57,416 --> 00:26:58,416 Στο 19, σταματάς. 561 00:26:58,500 --> 00:27:02,083 Ελπίζεις ο κρουπιέρης να μη βγάλει 20 ή 21. Πάγια τακτική. 562 00:27:02,166 --> 00:27:04,708 -Ο κρουπιέρης είπε στον Χένρι… -Δεκαεννιά. 563 00:27:04,791 --> 00:27:07,333 …και πέρασε στον επόμενο. "Περιμένετε". 564 00:27:07,416 --> 00:27:08,958 Ο κρουπιέρης γύρισε στον Χένρι. 565 00:27:09,041 --> 00:27:11,333 Ανασήκωσε τα φρύδια και κοίταξε ψυχρά. 566 00:27:11,416 --> 00:27:13,583 -Θα τραβήξετε από το 19; -…ρώτησε. 567 00:27:13,666 --> 00:27:17,208 Μόνο με δύο φύλλα δεν καίγεσαι από το 19, με άσο και δυάρι. 568 00:27:17,291 --> 00:27:21,250 Μόνο ένας χαζός θα ρίσκαρε από το 19, ιδίως με 200 λίρες ποντάρισμα. 569 00:27:21,333 --> 00:27:24,375 Το επόμενο φύλλο περίμενε τον κρουπιέρη. 570 00:27:24,458 --> 00:27:27,833 "Ναι", είπε ο Χένρι. "Κι άλλο". Ο κρουπιέρης σήκωσε τους ώμους. 571 00:27:27,916 --> 00:27:31,083 Το δύο σπαθί προσγειώθηκε μπροστά στον Χένρι. 572 00:27:31,166 --> 00:27:32,708 -21. -…είπε ο κρουπιέρης άχρωμα. 573 00:27:32,791 --> 00:27:34,750 Κοίταξε ξανά το πρόσωπο του Χένρι 574 00:27:34,833 --> 00:27:37,500 και έμεινε εκεί, σιωπηλός, προσεκτικός, απορημένος. 575 00:27:38,666 --> 00:27:42,208 Ο Χένρι διατάραξε μια ισορροπία. Σπάνια είχε δει να τραβάνε από 19. 576 00:27:42,291 --> 00:27:44,500 Αυτός το έκανε με ηρεμία και σιγουριά 577 00:27:44,583 --> 00:27:46,750 που εντυπωσίαζαν, και κέρδισε. 578 00:27:46,833 --> 00:27:50,166 Ο Χένρι έπιασε το βλέμμα του και κατάλαβε τη βλακεία του. 579 00:27:50,250 --> 00:27:52,500 Είχε τραβήξει την προσοχή. "Σας παρακαλώ". 580 00:27:52,583 --> 00:27:54,000 Να μην επαναληφθεί. 581 00:27:54,083 --> 00:27:57,125 Πρέπει να προσέχει, ακόμα και να χάνει επίτηδες. 582 00:27:57,208 --> 00:27:58,250 Συνέχισαν να παίζουν. 583 00:27:58,333 --> 00:28:00,041 Με τόσο πελώριο πλεονέκτημα, 584 00:28:00,125 --> 00:28:02,583 δυσκολευόταν να κρατηθεί σε λογικά κέρδη. 585 00:28:02,666 --> 00:28:04,291 Σε μία ώρα, κέρδιζε 30.000. 586 00:28:04,375 --> 00:28:05,416 Εκεί, σταμάτησε. 587 00:28:05,500 --> 00:28:07,916 Θα μπορούσε άνετα να ήταν κι εκατομμύριο. 588 00:28:08,000 --> 00:28:09,208 Ευχαριστώ. 589 00:28:09,291 --> 00:28:11,958 Ο Χένρι ήταν ασφαλώς σε θέση να βγάζει χρήματα 590 00:28:12,041 --> 00:28:14,458 ταχύτερα από οποιονδήποτε στον κόσμο. 591 00:28:16,666 --> 00:28:17,500 Ενδιαφέρον. 592 00:28:22,041 --> 00:28:24,333 Αν αυτή η ιστορία ήταν φανταστική, 593 00:28:24,416 --> 00:28:25,833 θα ήταν αναγκαίο 594 00:28:25,916 --> 00:28:28,583 να επινοήσουμε ένα απρόσμενο, συναρπαστικό τέλος. 595 00:28:28,666 --> 00:28:30,250 Κάτι έντονο και ιδιαίτερο. 596 00:28:30,333 --> 00:28:33,416 Ο Χένρι θα μπορούσε να πάει σπίτι και να μετρά λεφτά. 597 00:28:33,500 --> 00:28:36,333 Θα μπορούσε να νιώσει μια ξαφνική αδιαθεσία. 598 00:28:36,416 --> 00:28:37,875 Έναν πόνο στο στήθος. 599 00:28:38,875 --> 00:28:41,333 Αποφασίζει να πάει για ύπνο. Γδύνεται. 600 00:28:41,416 --> 00:28:43,250 Πάει στην ντουλάπα να βάλει πιτζάμες. 601 00:28:43,333 --> 00:28:46,458 Περνά μπροστά από τον ολόσωμο καθρέφτη. Σταματά. 602 00:28:46,541 --> 00:28:49,541 Αυτομάτως, από συνήθεια, αρχίζει να συγκεντρώνεται. 603 00:28:49,625 --> 00:28:51,833 Ξαφνικά, βλέπει μέσα στο σώμα του. 604 00:28:51,916 --> 00:28:54,250 Καλύτερα από ακτινογραφία. Τα βλέπει όλα. 605 00:28:54,333 --> 00:28:56,666 Αρτηρίες, φλέβες, το αίμα να κυκλοφορεί. 606 00:28:56,750 --> 00:28:59,541 Συκώτι, νεφρά, έντερα. Την καρδιά του να πάλλεται. 607 00:28:59,625 --> 00:29:01,708 Κοιτάζει στο σημείο που πονάει 608 00:29:01,791 --> 00:29:05,958 και βλέπει έναν σκοτεινό όγκο σε μια μεγάλη φλέβα, δεξιά της καρδιάς. 609 00:29:06,041 --> 00:29:08,916 Ένας θρόμβος. Στην αρχή, δείχνει ακίνητος. 610 00:29:09,000 --> 00:29:12,083 Μετά, κινείται. Ανεπαίσθητα. Μόνο ένα χιλιοστό. 611 00:29:12,166 --> 00:29:14,708 Το αίμα τρέχει πίσω του και τον προσπερνά, 612 00:29:14,791 --> 00:29:16,083 κι ο θρόμβος προχωρά ξανά. 613 00:29:16,166 --> 00:29:19,166 Τινάζεται μπροστά έναν πόντο. Ο Χένρι είναι έντρομος. 614 00:29:19,250 --> 00:29:22,666 Ξέρει ότι ένας μεγάλος θρόμβος ταξιδεύει στη φλέβα του. 615 00:29:22,750 --> 00:29:24,125 Θα φτάσει στην καρδιά. 616 00:29:24,208 --> 00:29:25,500 Θα πεθάνει. 617 00:29:25,583 --> 00:29:28,375 Όχι άσχημο τέλος αν ήταν μυθοπλασία. Δεν είναι. 618 00:29:28,458 --> 00:29:29,416 Είναι αλήθεια. 619 00:29:29,500 --> 00:29:32,333 Μόνο επινοημένο είναι το όνομα του Χένρι Σούγκαρ. 620 00:29:32,416 --> 00:29:35,750 Το όνομα του πρέπει να προστατευτεί. Ακόμα και τώρα. 621 00:29:35,833 --> 00:29:37,875 Εκτός αυτού, είναι αληθινή ιστορία 622 00:29:37,958 --> 00:29:41,000 και, επομένως, πρέπει να έχει και αληθινό τέλος. 623 00:29:41,083 --> 00:29:42,583 Δείτε τι συνέβη πραγματικά. 624 00:29:46,916 --> 00:29:49,875 Περπάτησε μία ώρα. Μια δροσερή, ευχάριστη βραδιά. 625 00:29:49,958 --> 00:29:51,583 Η πόλη ακόμα εντελώς ξύπνια. 626 00:29:51,666 --> 00:29:55,041 Ένιωθε την παχιά δεσμίδα στην εσωτερική του τσέπη. 627 00:29:55,125 --> 00:29:56,500 Τη χτύπησε ελαφρά. 628 00:29:56,583 --> 00:29:58,708 Πολλά χρήματα για δουλειά μίας ώρας. 629 00:29:58,791 --> 00:30:00,791 Κι όμως, ήταν μπερδεμένος. 630 00:30:00,875 --> 00:30:04,583 Δεν καταλάβαινε γιατί δεν ενθουσιαζόταν με την επιτυχία του. 631 00:30:04,666 --> 00:30:07,333 Τρία χρόνια νωρίτερα, πριν από τη γιόγκα, 632 00:30:07,416 --> 00:30:09,041 θα 'χε ξετρελαθεί από χαρά, 633 00:30:09,125 --> 00:30:11,666 θα έσπευδε σε νάιτ κλαμπ να το γιορτάσει. 634 00:30:11,750 --> 00:30:13,750 Αλλά ο Χένρι δεν ένιωθε χαρά. 635 00:30:13,833 --> 00:30:15,083 Ένιωθε θλίψη. 636 00:30:15,166 --> 00:30:17,916 Κάθε φορά που πόνταρε, η νίκη ήταν βέβαιη. 637 00:30:18,000 --> 00:30:21,083 Καμία έξαψη, καμία αγωνία, κανένας κίνδυνος. 638 00:30:21,166 --> 00:30:24,083 Μπορούσε να γυρίσει τον κόσμο βγάζοντας εκατομμύρια. 639 00:30:24,166 --> 00:30:25,750 Θα περνούσε, όμως, καλά; 640 00:30:25,833 --> 00:30:28,000 Κάτι ακόμα. Μήπως αυτή η διαδικασία 641 00:30:28,083 --> 00:30:30,166 απόκτησης δυνάμεων γιόγκι 642 00:30:30,250 --> 00:30:33,833 είχε αλλάξει ριζικά και αμετάκλητα όλη την κοσμοθεωρία του; 643 00:30:33,916 --> 00:30:35,041 Ήταν πιθανό. 644 00:30:35,750 --> 00:30:38,458 Το επόμενο πρωί, ο Χένρι σηκώθηκε αργά, 645 00:30:38,541 --> 00:30:41,166 είδε την πελώρια δεσμίδα πάνω στην τουαλέτα, 646 00:30:41,250 --> 00:30:43,208 και δεν την ήθελε. 647 00:31:08,416 --> 00:31:11,875 Καλημέρα σας. Για σας είναι. Ένα δώρο. 648 00:31:14,000 --> 00:31:14,833 Ένα τι; 649 00:31:15,625 --> 00:31:16,958 Βάλτε το στην τσέπη! 650 00:31:18,458 --> 00:31:19,291 Εντάξει. 651 00:31:28,208 --> 00:31:29,250 Τι είναι αυτό; 652 00:31:29,333 --> 00:31:30,166 Χρήματα είναι. 653 00:31:30,250 --> 00:31:31,083 Κρατήστε τα! 654 00:31:41,875 --> 00:31:42,708 Έλα… 655 00:32:17,541 --> 00:32:18,708 Κάποιος χτυπάει. 656 00:32:18,791 --> 00:32:20,541 Τι νομίζετε πως κάνετε; 657 00:32:20,625 --> 00:32:23,208 Συγγνώμη για το πλήθος. Μοιράζω χρήματα. 658 00:32:23,291 --> 00:32:25,750 -Προκαλείτε ταραχές! -Χρήματα δίνω, απλώς. 659 00:32:25,833 --> 00:32:28,000 Δεν το ξανακάνω. Θα φύγουν σύντομα. 660 00:32:28,083 --> 00:32:31,000 Ο αστυνομικός έβγαλε από την τσέπη 50 λίρες. 661 00:32:31,083 --> 00:32:34,333 -Πήρατε κι εσείς. -Είναι στοιχείο. Πού τα βρήκατε; 662 00:32:34,416 --> 00:32:37,166 Τα κέρδισα στο μπλακτζάκ. Είχα τρομερή ρέντα. 663 00:32:37,250 --> 00:32:39,875 Ο αστυνομικός σημείωσε το όνομα του καζίνο. 664 00:32:39,958 --> 00:32:41,333 Ρωτήστε, λέω αλήθεια. 665 00:32:41,416 --> 00:32:43,250 Κατέβασε το μπλοκάκι. "Αδιαφορώ". 666 00:32:43,333 --> 00:32:44,958 -Δεν σας νοιάζει; -Καθόλου. 667 00:32:45,041 --> 00:32:46,583 Βασικά, σας πιστεύω. 668 00:32:46,666 --> 00:32:49,541 Αλλά αυτό δεν δικαιολογεί καθόλου την πράξη σας. 669 00:32:49,625 --> 00:32:51,958 Γιατί, έκανα κάτι παράνομο; 670 00:32:52,791 --> 00:32:53,708 Παράνομο; 671 00:32:54,458 --> 00:32:55,583 Είστε ηλίθιος! 672 00:32:56,333 --> 00:32:59,708 Αν έχετε την τύχη να κερδίσετε ένα τόσο μεγάλο ποσό 673 00:32:59,791 --> 00:33:02,750 και θέλετε να το χαρίσετε, μην το πετάτε από το παράθυρο. 674 00:33:02,833 --> 00:33:06,958 Δώστε το κάπου που θα κάνει καλό. Ένα νοσοκομείο, ένα ορφανοτροφείο. 675 00:33:07,041 --> 00:33:09,125 Νοσοκομεία και ορφανοτροφεία παντού 676 00:33:09,208 --> 00:33:12,375 δεν έχουν λεφτά ούτε για χριστουγεννιάτικα δώρα. 677 00:33:12,458 --> 00:33:14,208 Κι έρχεσαι εσύ, κακομαθημένε, 678 00:33:14,291 --> 00:33:16,666 που δεν έχεις ιδέα τι σημαίνει στέρηση, 679 00:33:16,750 --> 00:33:19,666 και πετάς λεφτά από το παράθυρο! 680 00:33:19,750 --> 00:33:22,666 Ο αστυνομικός κατέβηκε με θόρυβο τις σκάλες. 681 00:33:22,750 --> 00:33:23,666 Ο Χένρι πάγωσε. 682 00:33:23,750 --> 00:33:26,416 Αυτά τα λόγια, η οργή με την οποία ειπώθηκαν, 683 00:33:26,500 --> 00:33:27,750 χτύπησαν στο ψαχνό. 684 00:33:27,833 --> 00:33:29,375 Ένιωσε ντροπή. 685 00:33:29,458 --> 00:33:30,708 Απαίσιο συναίσθημα. 686 00:33:36,916 --> 00:33:38,000 Τότε, ξαφνικά, 687 00:33:38,083 --> 00:33:41,500 ο Χένρι ένιωσε να τον διαπερνά μια έντονη ανατριχίλα, 688 00:33:41,583 --> 00:33:45,208 και συνέλαβε μια ιδέα που θα άλλαζε τα πάντα. 689 00:33:45,291 --> 00:33:46,791 Βημάτιζε πέρα δώθε, 690 00:33:46,875 --> 00:33:49,916 εξετάζοντας τα στοιχεία που θα την έκαναν εφικτή. 691 00:33:50,000 --> 00:33:52,333 Πρώτον. Θα κερδίζω ένα πολύ μεγάλο ποσό 692 00:33:52,416 --> 00:33:55,416 κάθε μέρα της ζωής μου από εδώ και στο εξής. 693 00:33:55,500 --> 00:33:59,250 Δύο. Ποτέ στο ίδιο καζίνο πάνω από μία φορά το εξάμηνο. 694 00:33:59,333 --> 00:34:02,000 Τρία. Όχι υπερβολικά κέρδη σε μία επίσκεψη. 695 00:34:02,083 --> 00:34:04,333 Όριο οι 50.000 λίρες τη βραδιά. 696 00:34:04,416 --> 00:34:08,166 Τέσσερα. 50.000 λίρες επί 365 βραδιές τον χρόνο. 697 00:34:08,250 --> 00:34:10,916 Μας κάνει 18,25 εκατομμύρια λίρες. 698 00:34:11,000 --> 00:34:12,166 Πέντε. Θα κινούμαι. 699 00:34:12,250 --> 00:34:14,791 Όχι πάνω από τρεις βραδιές σε κάθε πόλη. 700 00:34:14,875 --> 00:34:16,958 Λονδίνο, Μόντε Κάρλο, Κάνες, Μπιαρίτζ, 701 00:34:17,041 --> 00:34:20,083 Ντοβίλ, Λας Βέγκας, Πόλη του Μεξικού, Μπουένος Άιρες, Νασάου. 702 00:34:20,166 --> 00:34:24,416 Έξι. Θα ιδρύσω νοσοκομεία και ορφανοτροφεία σε όλο τον κόσμο. 703 00:34:24,500 --> 00:34:26,791 Ως όνειρο, ίσως ακούγεται γλυκανάλατο, 704 00:34:26,875 --> 00:34:29,083 μα στην πράξη μπορεί να λειτουργήσει. 705 00:34:29,166 --> 00:34:33,208 Εγώ δεν το βρίσκω καθόλου γλυκανάλατο. Θα είναι αδιανόητα υπέροχο. 706 00:34:33,291 --> 00:34:36,875 Επτά. Χρειάζομαι έναν συνεργάτη, να παραλαμβάνει τα χρήματα 707 00:34:36,958 --> 00:34:38,541 και να τα διανέμει σωστά. 708 00:34:38,625 --> 00:34:41,791 Κάποιον που να εμπιστεύομαι βαθιά και κατηγορηματικά. 709 00:34:41,875 --> 00:34:45,041 Ο Τζον Γουίνστον ήταν λογιστής του Χένρι και του πατέρα του, 710 00:34:45,125 --> 00:34:47,708 και ο πατέρας του λογιστής του παππού του Χένρι. 711 00:34:47,791 --> 00:34:49,708 Μπορείς να είσαι ο πλουσιότερος στη Γη. 712 00:34:51,833 --> 00:34:54,000 Δεν θέλω να είμαι ο πλουσιότερος στη Γη. 713 00:34:56,583 --> 00:34:59,250 Δεν θα 'μαι στην Αγγλία. Θα τα παίρνει η Εφορία. 714 00:34:59,333 --> 00:35:01,416 Θα πάω στην Ελβετία. Μα όχι αύριο. 715 00:35:01,500 --> 00:35:04,125 Δεν είμαι εργένης όπως εσύ, χωρίς δεσμεύσεις. 716 00:35:04,208 --> 00:35:07,000 Θα μιλήσω στην οικογένεια και τους συνεργάτες μου. 717 00:35:07,083 --> 00:35:09,541 Θα πουλήσω το σπίτι, θα βρω άλλο στην Ελβετία, 718 00:35:09,625 --> 00:35:11,916 και σχολείο για τα παιδιά. Θέλω χρόνο. 719 00:35:12,000 --> 00:35:15,125 Ένα έτος μετά, ο Χένρι είχε στείλει λίγο πάνω από 120 εκατ. 720 00:35:15,208 --> 00:35:17,000 στον Γουίνστον στη Λωζάνη. 721 00:35:17,083 --> 00:35:18,708 Κάθε εργάσιμη, έφταναν χρήματα 722 00:35:18,791 --> 00:35:21,250 στην ελβετική Γουίνστον Σούγκαρ ΕΠΕ. 723 00:35:21,333 --> 00:35:24,250 Μόνο ο Τζον κι ο Χένρι ήξεραν την προέλευση 724 00:35:24,333 --> 00:35:25,708 και τον σκοπό των χρημάτων. 725 00:35:25,791 --> 00:35:27,458 Καλύτερη μέρα ήταν η Δευτέρα, 726 00:35:27,541 --> 00:35:30,125 διότι τότε έφταναν τα κέρδη του τριημέρου 727 00:35:30,208 --> 00:35:31,333 που δεν είχε τράπεζες. 728 00:35:31,416 --> 00:35:33,041 Κινιόταν με φοβερή ταχύτατα 729 00:35:33,125 --> 00:35:35,750 και άλλαζε ταυτότητα πολλές φορές τη βδομάδα. 730 00:35:35,833 --> 00:35:38,416 Συχνά, το μόνο στοιχείο για τις κινήσεις του Χένρι 731 00:35:38,500 --> 00:35:42,250 ήταν η διεύθυνση της τράπεζας αποστολής. Ήταν κάτι απίστευτο. 732 00:36:02,541 --> 00:36:05,958 Ο Χένρι πέθανε πέρυσι, στα 63 του, από πνευμονική εμβολή. 733 00:36:06,041 --> 00:36:09,166 Κυριολεκτικά, την είδε να έρχεται, αλλά ήταν ήρεμος. 734 00:36:09,250 --> 00:36:11,833 Εφάρμοζε το σχέδιό του πάνω από 20 χρόνια. 735 00:36:11,916 --> 00:36:14,458 Είχε βγάλει 644 εκατομμύρια λίρες. 736 00:36:14,541 --> 00:36:16,041 Είχε αφήσει 21 εδραιωμένα 737 00:36:16,125 --> 00:36:19,208 και καλά οργανωμένα νοσοκομεία και ορφανοτροφεία, 738 00:36:19,291 --> 00:36:23,333 που διεύθυνε και χρηματοδοτούσε από τη Λωζάνη ο Τζον Γουίνστον. 739 00:36:23,416 --> 00:36:24,666 Το έργο του ολοκληρώθηκε. 740 00:36:29,125 --> 00:36:33,208 Πώς τα ξέρω αυτά, θα μου πείτε. Καλή ερώτηση. Θα σας πω. 741 00:36:33,291 --> 00:36:36,791 Λίγο μετά τον θάνατο του Χένρι, με πήρε από την Ελβετία ο Τζον. 742 00:36:36,875 --> 00:36:38,291 Συστήθηκε απλώς 743 00:36:38,375 --> 00:36:41,750 ως ο επικεφαλής της εταιρείας Γουίνστον Σούγκαρ ΕΠΕ 744 00:36:41,833 --> 00:36:44,000 και με ρώτησε αν θα τον έβρισκα στη Λωζάνη, 745 00:36:44,083 --> 00:36:47,000 για να γράψω μια σύντομη ιστορία της οργάνωσης. 746 00:36:47,625 --> 00:36:49,250 Δεν ξέρω γιατί με διάλεξε. 747 00:36:49,333 --> 00:36:52,125 Ίσως διάλεξε τυχαία από λίστα με συγγραφείς. 748 00:36:52,208 --> 00:36:54,375 Θα πλήρωνε καλά, είπε, και πρόσθεσε 749 00:36:54,458 --> 00:36:56,583 "Έφυγε ένας υπέροχος άνθρωπος. 750 00:36:56,666 --> 00:36:58,291 Λεγόταν Χένρι Σούγκαρ. 751 00:36:58,375 --> 00:37:02,125 Πιστεύω ότι ο κόσμος πρέπει να μάθει για αυτά που πρόσφερε". 752 00:37:02,208 --> 00:37:03,208 Στην άγνοιά μου, 753 00:37:03,291 --> 00:37:06,000 ρώτησα αν η ιστορία ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα, 754 00:37:06,083 --> 00:37:07,541 ώστε να αξίζει να εκδοθεί. 755 00:37:07,625 --> 00:37:11,041 Ο Τζον Γουίνστον θίχτηκε. Προσβλήθηκε, μπορώ να πω. 756 00:37:11,625 --> 00:37:13,083 Μέσα σε πέντε λεπτά, 757 00:37:13,166 --> 00:37:16,041 μου είπε στο τηλέφωνο για τη μυστική καριέρα του Χένρι. 758 00:37:16,125 --> 00:37:17,541 Δεν ήταν πια μυστική. 759 00:37:17,625 --> 00:37:21,083 Ο Χένρι είχε πεθάνει και δεν θα έμπαινε ξανά σε καζίνο. 760 00:37:21,166 --> 00:37:23,083 "Έρχομαι", είπα. 761 00:37:23,166 --> 00:37:26,000 Στη Λωζάνη γνώρισα τον Τζον, πλέον πάνω από 70 ετών, 762 00:37:26,083 --> 00:37:27,291 και τον Μαξ Ένγκελμαν, 763 00:37:27,375 --> 00:37:30,291 γνωστό μακιγιέρ, που ταξίδευε μαζί με τον Χένρι 764 00:37:30,375 --> 00:37:33,166 και αναλάμβανε τις εξαίσιες μεταμφιέσεις του. 765 00:37:33,250 --> 00:37:37,333 Ήταν συντετριμμένοι με τον χαμό του Χένρι. Ο Μαξ πιο πολύ κι απ' τον Τζον. 766 00:37:37,416 --> 00:37:39,625 Τον αγαπούσα. Σπουδαίος άνθρωπος. 767 00:37:39,708 --> 00:37:42,666 Ο Γουίνστον μού έδειξε το αυθεντικό μπλε τετράδιο 768 00:37:42,750 --> 00:37:45,666 που έγραψε ο Τσάτερτζι στην Καλκούτα το 1935. 769 00:37:45,750 --> 00:37:47,833 Αργότερα, το αντέγραψα πιστά. 770 00:37:47,916 --> 00:37:49,375 "Κάτι τελευταίο", είπα. 771 00:37:49,458 --> 00:37:53,083 Τον λέτε Χένρι Σούγκαρ, ενώ είπατε ότι δεν τον έλεγαν έτσι. 772 00:37:53,166 --> 00:37:56,375 Δεν θέλετε να πω το αληθινό όνομα όταν γράψω την ιστορία;" 773 00:37:56,458 --> 00:37:57,750 -Όχι. -…είπε ο Τζον. 774 00:37:57,833 --> 00:38:00,208 Έχουμε υποσχεθεί να μην το αποκαλύψουμε. 775 00:38:00,291 --> 00:38:02,750 Υποθέτω ότι αργά ή γρήγορα θα διαρρεύσει. 776 00:38:02,833 --> 00:38:04,833 Καταγόταν από γνωστή αγγλική οικογένεια, 777 00:38:04,916 --> 00:38:07,500 αλλά θα το εκτιμούσα αν δεν το αναζητήσετε. 778 00:38:07,583 --> 00:38:09,791 Πείτε τον απλώς κύριο Χένρι Σούγκαρ. 779 00:38:11,833 --> 00:38:13,291 Κι αυτό ακριβώς έκανα. 780 00:38:20,791 --> 00:38:24,583 "Η Υπέροχη Ιστορία του Χένρι Σούγκαρ" γράφτηκε από τον Ρόαλντ Νταλ 781 00:38:24,666 --> 00:38:28,916 στην καλύβα του στο Τσιγγάνικο Σπίτι στο Γκρέιτ Μίσεντεν στο Μπάκιγχαμσιρ 782 00:38:29,000 --> 00:38:31,416 μεταξύ Φεβρουαρίου και Δεκεμβρίου του 1976. 783 00:38:37,458 --> 00:38:40,583 ΙΙ Ο ΚΥΚΝΟΣ 784 00:38:40,666 --> 00:38:42,166 ΔΗΜΟΣΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ 785 00:38:42,250 --> 00:38:45,083 Στον Έρνι χάρισαν ένα τουφέκι ως δώρο γενεθλίων. 786 00:38:45,166 --> 00:38:48,750 Πήρε όπλο και σφαίρες, και πήγε να βρει κάτι να σκοτώσει. 787 00:38:48,833 --> 00:38:50,041 Στο σπίτι του Ρέιμοντ, 788 00:38:50,125 --> 00:38:53,458 έχωσε δυο δάχτυλα στο στόμα και σφύριξε διαπεραστικά. 789 00:38:54,250 --> 00:38:57,125 Ο Ρέιμοντ ήταν κολλητός του. Έμενε λίγο παρακάτω. 790 00:38:57,208 --> 00:38:59,250 Σήκωσε το όπλο πάνω από το κεφάλι. 791 00:38:59,333 --> 00:39:02,166 "Καλά θα περάσουμε με τούτο!" είπε ο Ρέιμοντ. 792 00:39:03,125 --> 00:39:06,375 Τα δυο αγόρια έφυγαν. Ήταν Μάιος, Σάββατο πρωί. 793 00:39:06,458 --> 00:39:08,416 Οι καστανιές ήταν ολάνθιστες, 794 00:39:08,500 --> 00:39:10,958 και τα άνθη του κράταιγου λευκά. 795 00:39:11,041 --> 00:39:13,875 Καθώς Έρνι και Ρέιμοντ προχωρούσαν στο μονοπάτι, 796 00:39:13,958 --> 00:39:15,958 έριχναν σε όποιο πουλάκι έβλεπαν. 797 00:39:16,041 --> 00:39:18,875 Πύρρουλες, σπουργίτες, θαμνοτσιροβάκους, σιταρήθρες. 798 00:39:18,958 --> 00:39:22,000 Όταν έφτασαν στις γραμμές του τρένου, 14 πουλάκια 799 00:39:22,083 --> 00:39:23,583 κρέμονταν ήδη από ένα σχοινί. 800 00:39:24,416 --> 00:39:27,583 "Κοίτα!" ψιθύρισε ο Έρνι κι έδειξε με το χέρι. "Εκεί!" 801 00:39:27,666 --> 00:39:29,500 Ένα αγόρι κοιτούσε με τα κυάλια 802 00:39:29,583 --> 00:39:32,166 στα κλαδιά ενός γέρικου δέντρου. 803 00:39:32,250 --> 00:39:33,833 "Ο μπούφος ο Γουότσον!" 804 00:39:35,333 --> 00:39:37,208 Ο Πίτερ Γουότσον ήταν μικρόσωμος, 805 00:39:37,291 --> 00:39:40,250 με φακίδες και γυαλιά με χοντρούς φακούς. 806 00:39:40,333 --> 00:39:41,583 Ήταν λαμπρός μαθητής, 807 00:39:41,666 --> 00:39:44,458 τελειόφοιτος ήδη, κι ας ήταν μόλις 13. 808 00:39:44,541 --> 00:39:47,291 Λάτρευε τη μουσική και έπαιζε καλό πιάνο. 809 00:39:47,375 --> 00:39:49,875 Ήσυχος, ευγενής, δεν το 'χε με το παιχνίδι. 810 00:39:51,791 --> 00:39:55,041 Τα δυο μεγαλύτερα παιδιά πλησίασαν το αγόρι αθόρυβα. 811 00:39:57,041 --> 00:39:59,541 Δεν τους πρόσεξε. Κοιτούσε με τα κυάλια, 812 00:39:59,625 --> 00:40:02,208 κι αυτό που έβλεπε τον είχε απορροφήσει. 813 00:40:03,208 --> 00:40:05,583 "Ψηλά τα χέρια!" φώναξε ο Έρνι σημαδεύοντάς τον. 814 00:40:05,666 --> 00:40:07,250 Ο Πίτερ Γουότσον σάστισε. 815 00:40:09,250 --> 00:40:11,916 Κοίταξε τους δύο εισβολείς μέσα από τα κυάλια. 816 00:40:12,000 --> 00:40:14,250 "Άντε, ψηλά τα χέρια!" φώναξε ο Έρνι. 817 00:40:14,333 --> 00:40:15,666 Ο Γουότσον δεν σάλεψε. 818 00:40:15,750 --> 00:40:18,458 Έμεινε να κρατά τα κυάλια και με τα δύο χέρια. 819 00:40:18,541 --> 00:40:20,291 Κοίταζε τα δύο αγόρια. 820 00:40:20,375 --> 00:40:23,875 Δεν φοβόταν, αλλά ήξερε πως δεν σήκωναν αστεία. 821 00:40:23,958 --> 00:40:26,500 Τον είχαν ταλαιπωρήσει πολύ στο παρελθόν. 822 00:40:26,583 --> 00:40:27,625 Πάνω τα χέρια. 823 00:40:27,708 --> 00:40:29,583 Ήταν η μόνη λογική επιλογή. 824 00:40:29,666 --> 00:40:32,500 Ο Ρέιμοντ πλησίασε και του άρπαξε τα κυάλια. 825 00:40:32,583 --> 00:40:34,416 "Ποιον κατασκοπεύεις;" φώναξε. 826 00:40:34,500 --> 00:40:36,708 Ο Γουότσον ζύγισε την κατάσταση. 827 00:40:36,791 --> 00:40:39,500 Αν έτρεχε να φύγει, θα τον έπιαναν στο λεπτό. 828 00:40:39,583 --> 00:40:42,083 Αν φώναζε βοήθεια, κανείς δεν θα τον άκουγε. 829 00:40:42,166 --> 00:40:44,333 Η μόνη επιλογή ήταν να μείνει ήρεμος 830 00:40:44,416 --> 00:40:46,708 και να τους πιάσει με το καλό. 831 00:40:46,791 --> 00:40:49,166 "Κοιτούσα έναν πράσινο τρυποκάρυδο", είπε. 832 00:40:49,250 --> 00:40:52,416 "Έναν τι;" "Τρυποκάρυδο. Αρσενικό". Picus viridis. 833 00:40:52,500 --> 00:40:55,750 "Χτυπούσε με το ράμφος τον κορμό για να βρει σκουλήκια". 834 00:40:55,833 --> 00:40:57,833 "Πού;" είπε ο Έρνι και σήκωσε το όπλο. 835 00:40:57,916 --> 00:41:00,125 "Θα τον πετύχω!" "Όχι", είπε ο Πίτερ, 836 00:41:00,208 --> 00:41:03,208 κοιτώντας τα νεκρά πουλιά πάνω από τον ώμο του Ρέιμοντ. 837 00:41:03,291 --> 00:41:06,750 "Έφυγε μόλις φώναξες. Οι τρυποκάρυδοι φοβούνται εύκολα". 838 00:41:12,583 --> 00:41:14,416 Ο Ρέιμοντ ψιθύρισε κάτι στον Έρνι. 839 00:41:14,500 --> 00:41:16,875 Αυτός χτύπησε τον μηρό του. "Καλή ιδέα!" 840 00:41:16,958 --> 00:41:19,666 Άφησε το όπλο στο έδαφος και πλησίασε το αγόρι. 841 00:41:19,750 --> 00:41:21,125 Το έριξε κάτω. 842 00:41:21,208 --> 00:41:24,000 Ο Ρέιμοντ έβγαλε σπάγγο κι έκοψε ένα κομμάτι. 843 00:41:24,083 --> 00:41:26,208 Έδεσαν σφιχτά τους καρπούς του Πίτερ. 844 00:41:26,291 --> 00:41:27,791 "Τώρα πόδια", είπε ο Ρέιμοντ. 845 00:41:27,875 --> 00:41:30,541 Αντιστάθηκε και δέχτηκε γροθιά στο στομάχι. 846 00:41:30,625 --> 00:41:32,333 Διπλώθηκε κι έμεινε ακίνητος. 847 00:41:32,416 --> 00:41:34,833 Τα αγόρια τού έδεσαν τους αστραγάλους, 848 00:41:34,916 --> 00:41:36,375 σφιχτά σαν κοτόπουλο. 849 00:41:36,458 --> 00:41:37,916 Ο Έρνι πήρε το όπλο του 850 00:41:38,000 --> 00:41:41,166 και οι δυο τους τον μετέφεραν στις γραμμές του τρένου. 851 00:41:41,250 --> 00:41:43,208 Ο Πίτερ Γουότσον δεν έβγαζε άχνα. 852 00:41:43,291 --> 00:41:46,083 Ό,τι κι αν σχεδίαζαν, δεν θα ωφελούσε αν μιλούσε. 853 00:41:46,166 --> 00:41:48,000 Τον έσυραν μέχρι το ανάχωμα 854 00:41:48,083 --> 00:41:51,166 και τον ξάπλωσαν πάνω στις ράγες. Αυτές τις ράγες. 855 00:41:53,166 --> 00:41:54,375 Αυτές εδώ τις ράγες. 856 00:41:54,458 --> 00:41:57,375 Σ' εμένα συνέβη, πάνε 27 χρόνια. Είμαι ο Πίτερ Γουότσον. 857 00:41:58,958 --> 00:42:00,541 "Σπάγγο", είπε ο Έρνι. 858 00:42:04,625 --> 00:42:06,708 Όταν τέλειωσαν, ο Πίτερ ήταν αβοήθητος, 859 00:42:06,791 --> 00:42:08,458 δεμένος σφιχτά στις ράγες. 860 00:42:08,541 --> 00:42:11,208 Μόνο κεφάλι και πόδια μπορούσε να σαλέψει. 861 00:42:11,291 --> 00:42:14,125 Τα αγόρια έκαναν λίγο πίσω, να δουν το έργο τους. 862 00:42:14,208 --> 00:42:16,125 "Σένια δουλειά", είπε ο Έρνι. 863 00:42:16,208 --> 00:42:19,083 "Είναι φόνος", είπε το αγόρι από τις ράγες. 864 00:42:19,166 --> 00:42:21,083 "Όχι απαραίτητα", είπε ο Έρνι. 865 00:42:21,166 --> 00:42:23,125 "Ανάλογα με το κενό του τρένου. 866 00:42:23,208 --> 00:42:25,875 Με ίσιο το σώμα, μπορεί να τη γλιτώσεις". 867 00:42:27,333 --> 00:42:30,750 Σκαρφάλωσαν στο ανάχωμα και κάθισαν πίσω από κάτι θάμνους. 868 00:42:30,833 --> 00:42:32,958 Ο Έρνι έβγαλε τσιγάρα. Κάπνισαν. 869 00:42:33,041 --> 00:42:35,250 Ο Πίτερ ήξερε πως δεν θα τον άφηναν. 870 00:42:35,333 --> 00:42:37,250 Ήταν επικίνδυνα παιδιά, θεότρελα. 871 00:42:37,333 --> 00:42:39,791 Επικίνδυνα, θεότρελα, ανόητα παιδιά. 872 00:42:39,875 --> 00:42:42,625 "Πρέπει να ηρεμήσω. Να σκεφτώ", μονολόγησε. 873 00:42:42,708 --> 00:42:44,833 Ασάλευτος, ζύγισε την κατάσταση. 874 00:42:44,916 --> 00:42:46,791 Πιο πολύ εξείχε η μύτη του. 875 00:42:46,875 --> 00:42:50,541 Υπολόγιζε πως η μύτη του έφτανε 10 εκατοστά πάνω από τις ράγες. 876 00:42:50,625 --> 00:42:53,166 Ήταν πολύ; Με τις ντιζελομηχανές, δεν ήξερε. 877 00:42:53,250 --> 00:42:56,333 Το κεφάλι ακουμπούσε σε χαλίκια μεταξύ δύο στρωτήρων. 878 00:42:56,416 --> 00:42:58,666 Έπρεπε να τα βαθουλώσει λίγο. 879 00:42:58,750 --> 00:43:01,541 Άρχισε να στριφογυρνά το κεφάλι, διώχνοντάς τα 880 00:43:01,625 --> 00:43:04,375 και δημιουργώντας σταδιακά μια μικρή εσοχή. 881 00:43:04,458 --> 00:43:06,791 Υπολόγισε πως χαμήλωσε το κεφάλι 5 εκατοστά. 882 00:43:06,875 --> 00:43:08,833 Θα ήταν αρκετό. Τα πόδια, όμως; 883 00:43:08,916 --> 00:43:11,791 Γύρισε τα πέλματα προς τα μέσα, να χαμηλώσουν, 884 00:43:11,875 --> 00:43:13,583 και περίμενε το τρένο. 885 00:43:13,666 --> 00:43:17,250 Αναρωτήθηκε αν θα δημιουργούνταν κενό αέρος κάτω από το τρένο 886 00:43:17,333 --> 00:43:20,375 που, ενώ έτρεχε, θα τον ρούφαγε προς τα πάνω. Ίσως. 887 00:43:20,458 --> 00:43:21,958 Έπρεπε να επικεντρωθεί 888 00:43:22,041 --> 00:43:24,791 στο να πιέσει όλο του το σώμα στο έδαφος. 889 00:43:24,875 --> 00:43:28,666 "Μη χαλαρώνεις. Σφιχτό σώμα, τεντωμένο και κολλημένο στο έδαφος". 890 00:43:28,750 --> 00:43:30,875 Ο Πίτερ κοιτούσε τον λευκό ουρανό. 891 00:43:30,958 --> 00:43:33,750 Ένα μοναχικό σύννεφο προχωρούσε αργά. 892 00:43:33,833 --> 00:43:35,583 Ένα αεροπλάνο έσχισε το σύννεφο. 893 00:43:35,666 --> 00:43:37,833 Ένα μονοπλάνο με κόκκινη άτρακτο. 894 00:43:37,916 --> 00:43:42,000 Ένα παλιό Piper Cub, λογικά. Το κοίταζε μέχρι που εξαφανίστηκε. 895 00:43:42,083 --> 00:43:43,166 Έπειτα, άξαφνα, 896 00:43:43,250 --> 00:43:47,083 άκουσε έναν παράξενο ήχο κι ένιωσε μια δόνηση μέσα από τις ράγες. 897 00:43:47,166 --> 00:43:50,291 Ένας ανεπαίσθητος ψίθυρος, που μόλις ακουγόταν 898 00:43:50,375 --> 00:43:53,166 κι έμοιαζε να φτάνει από μακριά μέσα από τις ράγες. 899 00:43:58,916 --> 00:44:01,666 Ο Πίτερ σήκωσε το κεφάλι και κοίταξε τη γραμμή 900 00:44:01,750 --> 00:44:03,916 που απλωνόταν ένα μίλι μακριά. 901 00:44:04,000 --> 00:44:04,958 Είδε το τρένο. 902 00:44:05,041 --> 00:44:07,916 Πρώτα μια μαύρη κουκκίδα, μα όσο κρατούσε όρθιο το κεφάλι 903 00:44:08,000 --> 00:44:09,541 η κουκκίδα ολοένα μεγάλωνε 904 00:44:09,625 --> 00:44:12,000 και έπαιρνε μορφή. Δεν ήταν πια κουκκίδα, 905 00:44:12,083 --> 00:44:15,291 μα το μεγάλο, τετράγωνο πρόσθιο μέρος μιας ντιζελομηχανής. 906 00:44:15,375 --> 00:44:17,625 Έριξε πίσω το κεφάλι, το πίεσε δυνατά 907 00:44:17,708 --> 00:44:19,750 μέσα στην εσοχή στο χαλίκι 908 00:44:19,833 --> 00:44:21,291 και γύρισε τις πατούσες. 909 00:44:21,375 --> 00:44:24,333 Έκλεισε σφιχτά τα μάτια και πίεσε το σώμα του κάτω. 910 00:44:24,416 --> 00:44:27,208 Το τρένο κατέφθασε με εκκωφαντικό θόρυβο. 911 00:44:27,291 --> 00:44:28,916 Σαν κρότος όπλου στο κεφάλι του. 912 00:44:29,000 --> 00:44:31,625 Ακολούθησε ένας δυνατός αέρας σαν ουρλιαχτό, 913 00:44:31,708 --> 00:44:35,041 σαν τυφώνας που από τα ρουθούνια έφτανε στους πνεύμονες. 914 00:44:35,125 --> 00:44:37,833 Ο θόρυβος ήταν διαλυτικός. Ο αέρας τον έπνιγε. 915 00:44:37,916 --> 00:44:39,916 Ένιωσε σαν να τον τρώνε ζωντανό 916 00:44:40,000 --> 00:44:43,875 και να καταλήγει στο στομάχι ενός φονικού τέρατος που ούρλιαζε. 917 00:44:43,958 --> 00:44:46,083 Μετά, τίποτα. Το τρένο είχε φύγει. 918 00:44:46,791 --> 00:44:49,250 Άνοιξε τα μάτια και κοίταξε τον ουρανό 919 00:44:49,333 --> 00:44:51,833 και το σύννεφο που ακόμα περιπλανιόταν. 920 00:44:51,916 --> 00:44:54,375 Όλα είχαν τελειώσει. Τα είχε καταφέρει. 921 00:45:00,916 --> 00:45:02,583 -"Λύσε τον". -Είπε ο Έρνι. 922 00:45:02,666 --> 00:45:05,458 Ο Ρέιμοντ έκοψε τον σπάγγο από τις ράγες. 923 00:45:05,541 --> 00:45:07,875 "Λύσε τα πόδια, άσε τα χέρια δεμένα". 924 00:45:07,958 --> 00:45:10,250 Ο Ρέιμοντ τού έλυσε τους αστραγάλους. 925 00:45:10,333 --> 00:45:13,375 "Είσαι ακόμα αιχμάλωτος, φιλαράκο", είπε ο Έρνι. 926 00:45:13,458 --> 00:45:17,416 Μέσα από το διπλανό χωράφι, τα αγόρια οδήγησαν τον Πίτερ στη λίμνη. 927 00:45:17,500 --> 00:45:20,125 Οι καρποί του αιχμαλώτου ήταν ακόμα δεμένοι. 928 00:45:20,208 --> 00:45:22,208 Ο Έρνι είχε το όπλο στο ελεύθερο χέρι 929 00:45:22,291 --> 00:45:25,208 κι ο Ρέιμοντ κρατούσε τα κυάλια του Πίτερ. 930 00:45:28,833 --> 00:45:30,250 Η λίμνη ήταν στενόμακρη, 931 00:45:30,333 --> 00:45:32,583 με ψηλές ιτιές στις όχθες της. 932 00:45:32,666 --> 00:45:34,458 Στη μέση, το νερό ήταν διαυγές. 933 00:45:34,541 --> 00:45:37,000 Προς την όχθη, ήταν ένα δάσος από βούρλα. 934 00:45:37,083 --> 00:45:39,750 "Και τώρα προτείνω το εξής", είπε ο Έρνι. 935 00:45:39,833 --> 00:45:41,791 "Εσύ πιάνεις τα χέρια, εγώ τα πόδια, 936 00:45:41,875 --> 00:45:45,791 και τον πετάμε όσο πιο μακριά μπορούμε πάνω από τις καλαμιές". 937 00:45:45,875 --> 00:45:48,500 "Κοίτα εκεί!", τον διέκοψε ο Ρέιμοντ. "Πάνω του!" 938 00:45:48,583 --> 00:45:50,541 Ο Πίτερ γύρισε. Τον είδε αμέσως. 939 00:45:50,625 --> 00:45:53,583 Σε μια φωλιά, φτιαγμένη από έναν πελώριο σωρό από καλάμια, 940 00:45:53,666 --> 00:45:55,791 εξήντα πόντους από την επιφάνεια, 941 00:45:55,875 --> 00:46:00,041 ένας υπέροχος λευκός κύκνος, γαλήνιος, σαν άλλη Κυρά της Λίμνης. 942 00:46:00,125 --> 00:46:03,583 Έστρεψε το κεφάλι προς τα αγόρια, επιφυλακτικός, θορυβημένος. 943 00:46:03,666 --> 00:46:06,041 "Κοίτα ομορφιά!" αναφώνησε ο Ρέιμοντ. 944 00:46:06,125 --> 00:46:09,583 Ο Έρνι άφησε το χέρι του αιχμαλώτου και σήκωσε το όπλο. 945 00:46:09,666 --> 00:46:13,166 "Εδώ είναι… Είναι καταφύγιο πουλιών", ψέλλισε ο Πίτερ. 946 00:46:13,250 --> 00:46:15,083 "Τι πράγμα;" ρώτησε ο Έρνι. 947 00:46:15,166 --> 00:46:18,333 Ο Πίτερ ένιωσε την οργή να φουντώνει μέσα του. 948 00:46:18,416 --> 00:46:20,125 Προσπάθησε να μείνει ήρεμος. 949 00:46:20,208 --> 00:46:22,541 "Είναι το πιο προστατευόμενο είδος, 950 00:46:22,625 --> 00:46:26,083 και δεν πυροβολείς πουλί στη φωλιά του. Ίσως έχει μωρά. 951 00:46:26,166 --> 00:46:29,375 Μην το κάνεις. Σε παρακαλώ. Μη, σε ικετεύω! Σταμάτα!" 952 00:46:30,958 --> 00:46:33,125 Η σφαίρα βρήκε το όμορφο κεφάλι του πουλιού, 953 00:46:33,208 --> 00:46:36,291 κι ο μακρύς λαιμός του κύλησε αργά στο πλάι της φωλιάς. 954 00:46:46,666 --> 00:46:47,500 Άνοιξε. 955 00:47:00,500 --> 00:47:02,875 "Λύσε του τα χέρια. Θα 'ναι το κυνηγόσκυλο". 956 00:47:02,958 --> 00:47:05,833 Ο Ρέιμοντ έκοψε τον σπάγγο από τους καρπούς του. 957 00:47:05,916 --> 00:47:07,000 "Τράβα φέρ' τον!" 958 00:47:07,083 --> 00:47:08,291 "Αρνούμαι", είπα. 959 00:47:09,125 --> 00:47:12,250 Ο Έρνι χτύπησε τον Πίτερ στο πρόσωπο με την παλάμη. 960 00:47:12,333 --> 00:47:14,916 Ένα ρυάκι αίμα έτρεξε από το ρουθούνι του. 961 00:47:15,000 --> 00:47:18,583 "Πες όχι άλλη μια φορά και σου υπόσχομαι ένα πράγμα: 962 00:47:18,666 --> 00:47:21,500 θα σου σπάσω τα κάτασπρα μπροστινά σου δόντια, 963 00:47:21,583 --> 00:47:23,625 πάνω και κάτω. Με κατάλαβες;" 964 00:47:23,708 --> 00:47:24,666 Ο Πίτερ σιωπούσε. 965 00:47:24,750 --> 00:47:26,958 "Μίλα!" γάβγισε ο Έρνι. "Κατάλαβες;" 966 00:47:27,041 --> 00:47:29,708 "Ναι", είπε σιγανά ο Γουότσον. "Κατάλαβα". 967 00:47:30,583 --> 00:47:32,416 Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του 968 00:47:32,500 --> 00:47:34,833 καθώς κατέβαινε την όχθη κι έμπαινε στο νερό. 969 00:47:34,916 --> 00:47:38,500 Έφτασε στον νεκρό κύκνο και τον σήκωσε τρυφερά με τα δυο χέρια. 970 00:47:38,583 --> 00:47:42,041 Από κάτω βρίσκονταν δυο κυκνάκια, καλυμμένα με γκρίζο χνούδι, 971 00:47:42,125 --> 00:47:44,416 κουλουριασμένα στο κέντρο της φωλιάς. 972 00:47:44,500 --> 00:47:46,750 "Αβγά;" φώναξε ο Έρνι από την όχθη. 973 00:47:51,416 --> 00:47:53,791 "Όχι", απάντησε ο Πίτερ. "Τίποτα". 974 00:47:59,000 --> 00:48:01,666 Μετέφερε τον νεκρό κύκνο στην όχθη. 975 00:48:01,750 --> 00:48:05,541 Τον απίθωσε απαλά στο έδαφος, σηκώθηκε και κοίταξε τους άλλους. 976 00:48:05,625 --> 00:48:08,833 Τα μάτια του, δακρυσμένα ακόμη, άστραφταν από οργή. 977 00:48:08,916 --> 00:48:11,333 "Εσείς έπρεπε να είχατε πεθάνει", είπε. 978 00:48:11,416 --> 00:48:14,833 Ο Έρνι φάνηκε να ξαφνιάζεται λίγο, αλλά συνήλθε ταχύτατα. 979 00:48:14,916 --> 00:48:18,000 Μια δυσοίωνη σπίθα χόρεψε στα μικρά μαύρα μάτια του. 980 00:48:20,291 --> 00:48:21,791 "Το μαχαίρι, Ρέιμοντ". 981 00:48:24,416 --> 00:48:27,333 Στην ένωση της φτερούγας με το σώμα υπάρχει μια άρθρωση. 982 00:48:27,416 --> 00:48:30,916 Ο Έρνι γλίστρησε μέσα της το μαχαίρι κι έκοψε τον τένοντα. 983 00:48:31,000 --> 00:48:32,666 Το μαχαίρι ήταν κοφτερό 984 00:48:32,750 --> 00:48:35,125 και σύντομα η φτερούγα αφαιρέθηκε όλη. 985 00:48:35,208 --> 00:48:37,875 Ο Έρνι γύρισε τον κύκνο κι έκοψε και την άλλη. 986 00:48:37,958 --> 00:48:40,458 "Σπάγγο", είπε κι άπλωσε το χέρι προς τον Ρέιμοντ. 987 00:48:43,000 --> 00:48:45,333 Έκοψε οκτώ κομμάτια των 90 εκατοστών 988 00:48:45,416 --> 00:48:48,791 και τα έδεσε κατά μήκος του πάνω μέρους της φτερούγας. 989 00:48:48,875 --> 00:48:50,125 "Άπλωσε τα χέρια". 990 00:48:53,416 --> 00:48:55,875 Ο Πίτερ στεκόταν στον ήλιο πλάι στη λίμνη 991 00:48:55,958 --> 00:48:57,500 αυτό το όμορφο πρωινό του Μάη, 992 00:48:57,583 --> 00:48:59,916 με τις άψυχες, ελαφρά ματωμένες φτερούγες 993 00:49:00,000 --> 00:49:02,291 να κρέμονται άχαρα από τις δυο μεριές. 994 00:49:02,375 --> 00:49:05,416 Ο Έρνι χτύπησε παλαμάκια και χόρεψε στο γρασίδι. 995 00:49:12,416 --> 00:49:14,666 "Τελείωσες;" ρώτησε ο Πίτερ Γουότσον. 996 00:49:14,750 --> 00:49:17,291 "Οι κύκνοι δεν μιλάνε", είπε ο Έρνι. 997 00:49:17,375 --> 00:49:21,375 Περπάτησαν κατά μήκος της όχθης ώσπου έφτασαν σε μια ψηλή ιτιά. 998 00:49:21,458 --> 00:49:23,583 Τα κλαδιά κρέμονταν από μεγάλο ύψος, 999 00:49:23,666 --> 00:49:26,125 σχεδόν άγγιζαν την επιφάνεια της λίμνης. 1000 00:49:26,875 --> 00:49:28,500 "Και τώρα, κύριε Κύκνε, 1001 00:49:28,583 --> 00:49:30,750 θα σκαρφαλώσεις στην κορυφή, 1002 00:49:30,833 --> 00:49:33,125 θα ανοίξεις τα φτερά και θα πετάξεις!" 1003 00:49:33,208 --> 00:49:35,041 "Φοβερό!" κραύγασε ο Ρέιμοντ. 1004 00:49:35,125 --> 00:49:36,541 Η σκέψη να βρεθεί ψηλά, 1005 00:49:36,625 --> 00:49:39,708 μακριά από αυτούς τους βάρβαρους, άρεσε στον Πίτερ. 1006 00:49:39,791 --> 00:49:41,875 Δεν σκόπευε να το κουνήσει από κει. 1007 00:49:41,958 --> 00:49:44,416 Δεν θα έκαναν τον κόπο να τον ακολουθήσουν. 1008 00:49:44,500 --> 00:49:46,875 Κι αν το έκαναν, θα σκαρφάλωνε σε ένα κλαδί 1009 00:49:46,958 --> 00:49:49,125 που δεν θα σήκωνε το βάρος δύο ανθρώπων. 1010 00:49:49,208 --> 00:49:53,083 Ήταν αρκετά εύκολο να σκαρφαλώσει, με χαμηλά κλαδιά για να πατήσει. 1011 00:49:53,166 --> 00:49:55,083 "Πιο ψηλά!" φώναξε ο Έρνι. "Μπρος!" 1012 00:49:55,166 --> 00:49:58,333 Ο Πίτερ έφτασε σε ένα σημείο όπου δεν ανέβαινε άλλο. 1013 00:49:58,416 --> 00:50:01,458 Στεκόταν σε ένα κλαδί παχύ σαν καρπός χεριού, 1014 00:50:01,541 --> 00:50:03,958 που απλωνόταν μέχρι βαθιά πάνω από τη λίμνη 1015 00:50:04,041 --> 00:50:05,833 και στην άκρη χαμήλωνε με χάρη. 1016 00:50:05,916 --> 00:50:07,875 Στάθηκε να ξεκουραστεί. 1017 00:50:07,958 --> 00:50:11,500 Ήταν πολύ ψηλά, τουλάχιστον 15 μέτρα. Δεν έβλεπε τους άλλους. 1018 00:50:11,583 --> 00:50:14,208 Δεν στέκονταν πια στη βάση του δέντρου. 1019 00:50:14,291 --> 00:50:15,458 "Άκου προσεκτικά!" 1020 00:50:15,541 --> 00:50:17,375 Είχαν απομακρυνθεί από το δέντρο, 1021 00:50:17,458 --> 00:50:20,791 σε σημείο από όπου έβλεπαν καθαρά το αγόρι στην κορυφή. 1022 00:50:20,875 --> 00:50:22,125 Κοιτάζοντάς κάτω, 1023 00:50:22,208 --> 00:50:24,375 ο Πίτερ συνειδητοποίησε πόσο αραιά και λεπτά 1024 00:50:24,458 --> 00:50:26,125 ήταν τα φύλλα μιας ιτιάς. 1025 00:50:26,208 --> 00:50:28,083 Ελάχιστη κάλυψη του πρόσφεραν. 1026 00:50:28,166 --> 00:50:30,125 "Άρχισε να περπατάς στο κλαδί. 1027 00:50:30,208 --> 00:50:34,083 Προχώρα μέχρι να φτάσεις πάνω από τα λασπόνερα κι έπειτα πέτα!" 1028 00:50:34,166 --> 00:50:35,916 Ο Γουότσον έμεινε ασάλευτος. 1029 00:50:36,000 --> 00:50:38,916 Συνέχισε να κοιτά τις μακρινές φιγούρες στο χωράφι. 1030 00:50:39,000 --> 00:50:41,458 Στέκονταν ακίνητοι και τον κοιτούσαν. 1031 00:50:41,541 --> 00:50:42,750 "Θα μετρήσω ως το δέκα. 1032 00:50:42,833 --> 00:50:46,541 Αν δεν απλώσεις τα φτερά σου να πετάξεις, θα σου ρίξω. 1033 00:50:46,625 --> 00:50:49,083 Θα 'χω σκοτώσει δύο κύκνους σήμερα. 1034 00:50:49,166 --> 00:50:50,541 Ξεκινάμε. 1035 00:50:50,625 --> 00:50:56,333 Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, έξι!" 1036 00:50:56,416 --> 00:51:00,791 Ο Γουότσον παρέμεινε ακίνητος. Για κανέναν λόγο δεν θα μετακινούνταν. 1037 00:51:00,875 --> 00:51:04,166 "Εφτά, οκτώ, εννιά, δέκα!" 1038 00:51:04,250 --> 00:51:06,708 Ο Πίτερ είδε το όπλο να παίρνει θέση. 1039 00:51:06,791 --> 00:51:08,166 Το είδε να τον σημαδεύει. 1040 00:51:08,250 --> 00:51:09,833 Άκουσε τον κρότο 1041 00:51:09,916 --> 00:51:12,625 και τη σφαίρα να σφυρίζει δίπλα από το κεφάλι του. 1042 00:51:16,000 --> 00:51:17,958 Ήταν τρομακτικό, μα δεν σάλεψε. 1043 00:51:18,041 --> 00:51:20,291 Είδε τον Έρνι να ξαναγεμίζει. 1044 00:51:20,375 --> 00:51:23,500 "Τελευταία ευκαιρία", φώναξε. "Την επόμενη θα τη φας!" 1045 00:51:23,583 --> 00:51:24,416 Ο Πίτερ περίμενε. 1046 00:51:24,500 --> 00:51:26,208 Τον έβλεπε μέσα στις νεραγκούλες, 1047 00:51:26,291 --> 00:51:28,708 πέρα στο λιβάδι, δίπλα στο άλλο αγόρι. 1048 00:51:28,791 --> 00:51:30,916 Το όπλο ανέβηκε ξανά στον ώμο. 1049 00:51:31,000 --> 00:51:34,291 Άκουσε τον ήχο της σφαίρας ενώ καρφωνόταν στον μηρό του. 1050 00:51:34,375 --> 00:51:37,083 Δεν ένιωσε πόνο, μα η ορμή της ήταν σαρωτική. 1051 00:51:37,166 --> 00:51:39,875 Σαν να τον είχαν χτυπήσει με βαριοπούλα, 1052 00:51:39,958 --> 00:51:42,875 κάνοντάς τον να χάσει την ισορροπία του. 1053 00:51:42,958 --> 00:51:44,916 Πάσχισε να κρατηθεί με τα χέρια. 1054 00:51:45,000 --> 00:51:48,208 Το μικρό κλαδί από όπου κρατιόταν λύγισε και τσάκισε. 1055 00:51:57,375 --> 00:51:59,500 Κάποιοι άνθρωποι που έχουν υποφέρει 1056 00:51:59,583 --> 00:52:01,833 και πιεστεί πέρα από τα όριά τους, 1057 00:52:01,916 --> 00:52:04,458 απλά γονατίζουν, καταρρέουν και τα παρατάνε. 1058 00:52:04,541 --> 00:52:06,666 Άλλοι, ωστόσο, αν και λιγοστοί, 1059 00:52:06,750 --> 00:52:10,333 για κάποιον λόγο παραμένουν αλύγιστοι. 1060 00:52:10,416 --> 00:52:13,666 Τους συναντάς σε καιρό πολέμου μα και σε καιρό ειρήνης. 1061 00:52:13,750 --> 00:52:15,791 Έχουν αδάμαστο πνεύμα 1062 00:52:15,875 --> 00:52:19,416 και τίποτα, ούτε πόνος, ούτε μαρτύριο, ούτε η απειλή του θανάτου 1063 00:52:19,500 --> 00:52:21,625 δεν τους κάνει να υποχωρήσουν. 1064 00:52:21,708 --> 00:52:24,166 Ο μικρός Γουότσον ήταν ένας από αυτούς. 1065 00:52:24,250 --> 00:52:25,750 Ενώ πάλευε με νύχια και δόντια 1066 00:52:25,833 --> 00:52:28,833 να μην πέσει από την κορυφή του δέντρου, 1067 00:52:28,916 --> 00:52:32,708 ξαφνικά έφτασε μια στιγμή που ήξερε πως θα νικούσε. 1068 00:52:32,791 --> 00:52:35,958 Σήκωσε τα μάτια κι είδε ένα φως πάνω από τα νερά της λίμνης, 1069 00:52:36,041 --> 00:52:40,625 που η λάμψη κι η ομορφιά του τον καθήλωσαν. 1070 00:52:40,708 --> 00:52:43,958 Το φως τού έγνεφε, τον έλκυε κοντά του, 1071 00:52:44,041 --> 00:52:47,958 κι εκείνος βούτηξε προς το μέρος του και άπλωσε τις φτερούγες του. 1072 00:52:49,750 --> 00:52:52,666 Τρεις άνθρωποι ανέφεραν ότι είδαν έναν λευκό κύκνο 1073 00:52:52,750 --> 00:52:54,875 να κάνει κύκλους πάνω από το χωριό: 1074 00:52:54,958 --> 00:52:55,958 ένας δάσκαλος, 1075 00:52:56,041 --> 00:52:58,833 ένας άντρας που άλλαζε κεραμίδια σε μια στέγη 1076 00:52:58,916 --> 00:53:01,250 κι ένα αγόρι που έπαιζε σε ένα χωράφι. 1077 00:53:01,333 --> 00:53:04,333 Η κυρία Γουότσον, που έπλενε πιάτα στον νεροχύτη, 1078 00:53:04,416 --> 00:53:07,583 έτυχε να κοιτά από το παράθυρο την ώρα ακριβώς 1079 00:53:07,666 --> 00:53:10,041 που κάτι μεγάλο και λευκό έπεσε με ορμή 1080 00:53:10,125 --> 00:53:12,708 στο γρασίδι του κήπου της. 1081 00:53:12,791 --> 00:53:14,458 Βγήκε τρέχοντας έξω. 1082 00:53:14,541 --> 00:53:15,750 Έπεσε στα γόνατα 1083 00:53:15,833 --> 00:53:18,416 πλάι στην τσακισμένη φιγούρα του μοναχογιού της. 1084 00:53:19,250 --> 00:53:22,291 "Γλυκέ μου!" είπε κλαίγοντας. "Γλυκό μου αγόρι! 1085 00:53:24,625 --> 00:53:25,875 Τι σου συνέβη;" 1086 00:53:30,083 --> 00:53:35,000 "Ο Κύκνος" βασίζεται σε αληθινό γεγονός, όπως δημοσιεύτηκε σε άρθρο εφημερίδας 1087 00:53:35,083 --> 00:53:37,750 και παρέμενε στο "βιβλίο ιδεών" του για 30 χρόνια. 1088 00:53:37,833 --> 00:53:40,000 Η ιστορία γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1976. 1089 00:53:46,583 --> 00:53:52,833 ΙΙΙ ΚΥΝΗΓΌΣ ΑΡΟΥΡΑΙΩΝ 1090 00:53:52,916 --> 00:53:59,875 ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ 1091 00:54:01,166 --> 00:54:04,375 Το απόγευμα, ήρθε στο βενζινάδικο ο κυνηγός αρουραίων. 1092 00:54:04,458 --> 00:54:07,375 Διέσχισε το δρομάκι αθόρυβα, μουλωχτά. 1093 00:54:07,458 --> 00:54:09,791 Τα βήματά του πνιχτά πάνω στα χαλίκια. 1094 00:54:09,875 --> 00:54:12,458 Στον ώμο του είχε ένα στρατιωτικό σακίδιο. 1095 00:54:12,541 --> 00:54:15,208 Φορούσε παλιομοδίτικο κοτλέ σακάκι με τσέπες. 1096 00:54:15,291 --> 00:54:18,958 Το κοτλέ παντελόνι του ήταν δεμένο στα γόνατα με λευκό σπάγκο. 1097 00:54:19,041 --> 00:54:20,125 -Συγγνώμη; -Ναι; 1098 00:54:20,208 --> 00:54:21,083 Για τα τρωκτικά. 1099 00:54:21,166 --> 00:54:23,916 Τα μικρά, σκοτεινά του μάτια σάρωσαν τον χώρο. 1100 00:54:24,000 --> 00:54:25,208 -Ο κυνηγός; -Ο ίδιος. 1101 00:54:25,291 --> 00:54:27,208 Τραχύς, σφιχτοδεμένος, με αδρό πρόσωπο 1102 00:54:27,291 --> 00:54:28,791 και δύο κίτρινα δόντια 1103 00:54:28,875 --> 00:54:31,291 να εξέχουν από την άνω σιαγόνα. 1104 00:54:31,375 --> 00:54:34,333 Τα αυτιά στρογγυλά, λεπτά, κολλημένα στο κεφάλι. 1105 00:54:34,416 --> 00:54:35,791 Τα μάτια, σχεδόν μαύρα, 1106 00:54:35,875 --> 00:54:39,083 μα, σαν σε κοιτούσε, διέκρινες μέσα τους μια κίτρινη λάμψη. 1107 00:54:39,166 --> 00:54:41,666 -Γρήγορα ήρθες. -Εντολές του Υγειονομικού. 1108 00:54:41,750 --> 00:54:43,958 Και θα πιάσεις όλους τους αρουραίους; 1109 00:54:44,041 --> 00:54:44,958 -Ναι. -Πώς; 1110 00:54:45,041 --> 00:54:45,875 Ναι. Πώς; 1111 00:54:45,958 --> 00:54:49,166 Αναλόγως είδους και μέρους. Άλλη μέθοδος κάθε φορά. 1112 00:54:49,250 --> 00:54:50,541 -Τα παγιδεύεις; -Τι; 1113 00:54:50,625 --> 00:54:51,541 Παγίδα και τέλος. 1114 00:54:51,625 --> 00:54:52,541 Ο κυνηγός γέλασε. 1115 00:54:52,625 --> 00:54:54,666 Δεν πάει έτσι. Δεν είναι κουνέλια. 1116 00:54:54,750 --> 00:54:56,000 Σήκωσε το κεφάλι 1117 00:54:56,083 --> 00:54:59,708 κι οσφρίστηκε τον αέρα. Η μύτη του συσπάστηκε πέρα ως πέρα. 1118 00:54:59,791 --> 00:55:03,166 Είναι ξύπνια. Πρέπει να τα ξέρεις για να τα πιάσεις. 1119 00:55:03,250 --> 00:55:04,916 Πρέπει να τα γνωρίζεις. 1120 00:55:09,208 --> 00:55:11,541 Ξέρεις τι κάνουν; Σε παρακολουθούν. 1121 00:55:11,625 --> 00:55:14,166 Όσο ετοιμάζεσαι να τα εξολοθρεύσεις, 1122 00:55:14,250 --> 00:55:15,333 σε παρακολουθούν. 1123 00:55:15,416 --> 00:55:17,208 Υπάρχει θέμα και στον υπόνομο; 1124 00:55:17,291 --> 00:55:18,875 Όχι, δεν υπάρχει. 1125 00:55:18,958 --> 00:55:21,416 -Ζόρικοι οι υπόνομοι. -Εντύπωση μού κάνει. 1126 00:55:21,500 --> 00:55:24,583 Έτσι, ε; Να σε δω εσένα πώς θα τα 'βγαζες πέρα. 1127 00:55:24,666 --> 00:55:27,333 Εσύ πώς θα ξεκινούσες, για πες μου. 1128 00:55:27,416 --> 00:55:28,583 Με δηλητήριο, μάλλον. 1129 00:55:28,666 --> 00:55:30,833 Και πού ακριβώς θα το έβαζες; 1130 00:55:30,916 --> 00:55:31,750 Στον υπόνομο; 1131 00:55:31,833 --> 00:55:33,333 Ο κυνηγός χαμογέλασε. 1132 00:55:33,416 --> 00:55:35,125 Ήμουν σίγουρος. "Στον υπόνομο". 1133 00:55:35,208 --> 00:55:37,541 Ξέρεις τι θα γινόταν; Θα διαλυόταν όλο. 1134 00:55:37,625 --> 00:55:39,541 Το δηλητήριο. Είναι σαν ποτάμι εκεί. 1135 00:55:39,625 --> 00:55:42,791 Μάλιστα. Εσύ τι θα έκανες, λοιπόν; Σ' έναν υπόνομο; 1136 00:55:42,875 --> 00:55:44,666 Ο κυνηγός πλησίασε ένα βήμα. 1137 00:55:44,750 --> 00:55:46,916 Ο τόνος του έγινε συνωμοτικός, 1138 00:55:47,000 --> 00:55:49,625 όπως όταν αποκαλύπτεις επαγγελματικά μυστικά. 1139 00:55:49,708 --> 00:55:52,833 Δουλεύεις με το δεδομένο ότι ο αρουραίος είναι τρωκτικό. 1140 00:55:52,916 --> 00:55:55,375 Ό,τι και να του δώσεις, το ροκανίζει. 1141 00:55:55,458 --> 00:55:58,500 Οπότε, όταν μιλάμε για υπόνομο, τι κάνεις; 1142 00:55:58,583 --> 00:56:01,416 Η φωνή του, βραχνή, θύμιζε βατράχι που κοάζει. 1143 00:56:01,500 --> 00:56:04,583 Έμοιαζε να απολαμβάνει κάθε λέξη που άρθρωνε, 1144 00:56:04,666 --> 00:56:06,625 σαν όλες να 'χαν τη νοστιμιά τους. 1145 00:56:06,708 --> 00:56:07,791 Μπαίνεις μέσα 1146 00:56:07,875 --> 00:56:10,333 κρατώντας μαζί σου μερικές χαρτοσακούλες 1147 00:56:10,416 --> 00:56:13,083 γεμάτες σκόνη γύψου. Τίποτε άλλο. 1148 00:56:13,166 --> 00:56:15,500 Τις στερεώνεις στην οροφή του υπονόμου, 1149 00:56:15,583 --> 00:56:17,958 να κρέμονται χωρίς να αγγίζουν το νερό. 1150 00:56:18,041 --> 00:56:20,041 Σε ύψος που να φτάνουν οι αρουραίοι. 1151 00:56:20,125 --> 00:56:21,541 Ο Κλοντ άκουγε ευλαβικά. 1152 00:56:21,625 --> 00:56:26,291 Ο αρουραίος μας έρχεται κολυμπώντας, βλέπει τη σακούλα και σταματάει. 1153 00:56:26,375 --> 00:56:28,500 Τη μυρίζει. Δεν είναι κι άσχημο. 1154 00:56:28,583 --> 00:56:30,083 -Και τι κάνει; -Τη ροκανίζει. 1155 00:56:30,166 --> 00:56:33,125 Αυτό είναι! Αρχίζει να τη ροκανίζει, αυτή σκίζεται, 1156 00:56:33,208 --> 00:56:36,625 και ο αρουραίος μας ανταμείβεται με μια μπουκιά σκόνη. 1157 00:56:36,708 --> 00:56:37,541 Οπότε; 1158 00:56:37,625 --> 00:56:38,916 Οπότε πάει αυτός. 1159 00:56:39,625 --> 00:56:41,041 -Πεθαίνει; -Τέζα, λέμε. 1160 00:56:41,125 --> 00:56:43,375 -Γύψος… -Όταν βραχεί διογκώνεται. 1161 00:56:43,458 --> 00:56:45,666 Μπαίνει στους βρόγχους, διογκώνεται 1162 00:56:45,750 --> 00:56:48,291 και τον σκοτώνει αστραπιαία. 1163 00:56:48,375 --> 00:56:50,083 Πρέπει να ξέρεις πώς πάει. 1164 00:56:50,166 --> 00:56:52,208 Το πρόσωπό του έλαμψε από καμάρι. 1165 00:56:52,291 --> 00:56:56,208 Με τα χέρια κοντά στο πρόσωπο, έτριψε τα χοντρά του δάχτυλα. 1166 00:56:57,791 --> 00:57:00,166 Λοιπόν, πού είναι αυτοί οι αρουραίοι; 1167 00:57:00,250 --> 00:57:02,708 Η λέξη ακούστηκε πλούσια, χυμώδης, 1168 00:57:02,791 --> 00:57:04,916 σαν γαργάρα με λιωμένο βούτυρο. 1169 00:57:05,000 --> 00:57:06,583 Απέναντι, στη θημωνιά. 1170 00:57:06,666 --> 00:57:09,041 -Όχι μέσα; -Μόνο εκεί, πουθενά αλλού. 1171 00:57:09,125 --> 00:57:13,541 Πάω στοίχημα ότι είναι και μέσα, στο φαγητό σας, και μεταδίδουν αρρώστιες. 1172 00:57:13,625 --> 00:57:16,875 -Έχετε κανέναν άρρωστο; -Μας κοίταξε με νόημα. 1173 00:57:16,958 --> 00:57:18,458 -Όλοι καλά. -Σίγουρα; 1174 00:57:18,541 --> 00:57:20,166 -Απολύτως. -Ποτέ δεν ξέρεις. 1175 00:57:20,250 --> 00:57:23,000 Είχε ενδυθεί τον μανδύα του επιθεωρητή υγείας. 1176 00:57:23,083 --> 00:57:25,833 Κρίμα, δεν μαστιζόμασταν από βουβωνική πανώλη. 1177 00:57:25,916 --> 00:57:29,416 Οι αρουραίοι είναι στη θημωνιά. Πώς σκοπεύεις να απαλλαγείς; 1178 00:57:29,500 --> 00:57:31,750 Ο κυνηγός χαμογέλασε πονηρά. 1179 00:57:31,833 --> 00:57:34,250 Έβγαλε από το σακίδιο ένα μεγάλο δοχείο 1180 00:57:34,333 --> 00:57:36,750 και το ζύγισε με τα χέρια καθώς μιλούσε. 1181 00:57:36,833 --> 00:57:39,208 Δηλητήριο. Ειδικό δηλητήριο. Θανατηφόρο. 1182 00:57:39,291 --> 00:57:42,958 Αν σε πιάσουν έστω με μια τζούρα από δαύτο, σε χώνουν μέσα. 1183 00:57:43,041 --> 00:57:45,250 Μ' αυτό ξεκάνεις ένα εκατομμύριο κόσμο. 1184 00:57:45,333 --> 00:57:46,666 -Θες να δεις; -Μάλιστα. 1185 00:57:46,750 --> 00:57:48,916 Πήρε ένα κέρμα κι άνοιξε το καπάκι. 1186 00:57:49,000 --> 00:57:49,833 Ορίστε. 1187 00:57:49,916 --> 00:57:53,500 Έσταζε μέλι για το σκεύασμα καθώς το έδειχνε στον Κλοντ. 1188 00:57:53,583 --> 00:57:55,125 Καλαμπόκι ή κριθάρι είναι; 1189 00:57:55,208 --> 00:57:57,583 Βρώμη. Βρώμη βουτηγμένη σε δηλητήριο. 1190 00:57:57,666 --> 00:58:01,333 Ένα σπυρί είναι αρκετό για να σε ξαποστείλει σε τρία λεπτά. 1191 00:58:01,416 --> 00:58:03,458 Δεν το αφήνω απ' τα μάτια μου. 1192 00:58:03,541 --> 00:58:05,875 Χάιδεψε το δοχείο και το ανάδευσε ελαφρά… 1193 00:58:06,791 --> 00:58:09,000 Μέσα, οι σπόροι της βρώμης θρόισαν. 1194 00:58:09,083 --> 00:58:12,375 Όμως οι αρουραίοι σας δεν θα το δοκιμάσουν σήμερα, όχι. 1195 00:58:12,458 --> 00:58:16,750 Γι' αυτό έχει σημασία να ξέρεις από αρουραίους. Είναι τρομερά καχύποπτοι. 1196 00:58:16,833 --> 00:58:19,375 Σήμερα θα φάνε καθαρούς, λαχταριστούς σπόρους, 1197 00:58:19,458 --> 00:58:21,291 που δεν θα τους βλάψουν καθόλου. 1198 00:58:21,375 --> 00:58:24,125 Θα τους παχύνουν μόνο. Κι αύριο, πάλι το ίδιο. 1199 00:58:24,208 --> 00:58:26,541 Και την άλλη μέρα. Και την παράλλη. 1200 00:58:26,625 --> 00:58:29,291 Είναι τόσο νόστιμοι, που όλοι οι γύρω αρουραίοι 1201 00:58:29,375 --> 00:58:31,083 σύντομα θα αριβάρουν εδώ. 1202 00:58:31,166 --> 00:58:32,000 Πολύ έξυπνο. 1203 00:58:32,083 --> 00:58:34,958 Πρέπει να 'σαι ξύπνιος. Πιο ξύπνιος από αυτούς. 1204 00:58:35,041 --> 00:58:36,500 Κι αυτό λέει κάτι. 1205 00:58:36,583 --> 00:58:38,708 "Να γίνεις κι ο ίδιος σχεδόν αρουραίος". 1206 00:58:38,791 --> 00:58:40,625 Το είπα χωρίς να το πολυσκεφτώ, 1207 00:58:40,708 --> 00:58:43,333 μου βγήκε αυθόρμητα καθώς τον κοιτούσα. 1208 00:58:43,416 --> 00:58:45,166 Η αντίδρασή του με ξάφνιασε. 1209 00:58:45,250 --> 00:58:46,208 -Έτσι! -…αναφώνησε. 1210 00:58:46,291 --> 00:58:48,416 Το 'πιασες το νόημα, τα είπες όλα. 1211 00:58:48,500 --> 00:58:51,458 Ο καλός κυνηγός πρέπει να μοιάζει με αρουραίο. 1212 00:58:51,541 --> 00:58:53,083 Μα με περισσότερο μυαλό, 1213 00:58:53,166 --> 00:58:55,791 κι αυτό δεν είναι εύκολο, πιστέψτε με. 1214 00:58:56,750 --> 00:58:58,208 Λοιπόν, να προχωράμε. 1215 00:58:58,291 --> 00:59:01,500 Η λαίδη Λεονόρα Μπένσον με ζητά επειγόντως στην έπαυλη. 1216 00:59:01,583 --> 00:59:02,666 Κι εκεί αρουραίοι; 1217 00:59:02,750 --> 00:59:04,583 Παντού υπάρχουν αρουραίοι. 1218 00:59:04,666 --> 00:59:06,958 Ο κυνηγός γύρισε αργά προς το δρομάκι. 1219 00:59:07,041 --> 00:59:09,875 Το βάδισμά του θύμιζε τόσο αρουραίο, που απορούσες. 1220 00:59:09,958 --> 00:59:13,541 Αργά, ανάλαφρα, χαλαρά βήματα, με τα γόνατα να φεύγουν στο πλάι, 1221 00:59:13,625 --> 00:59:16,541 χωρίς τον παραμικρό ήχο πάνω στα χαλίκια. 1222 00:59:16,625 --> 00:59:19,750 Πήδηξε πάνω από την πύλη κι έκανε τον γύρο της θημωνιάς, 1223 00:59:19,833 --> 00:59:22,333 σκορπώντας χούφτες βρώμης στο έδαφος. 1224 00:59:22,416 --> 00:59:25,000 Την επομένη, επανέλαβε την ίδια διαδικασία. 1225 00:59:25,083 --> 00:59:28,000 Και την άλλη μέρα το ίδιο, και μετά το ίδιο, 1226 00:59:28,083 --> 00:59:31,416 μέχρι που, την τέταρτη, έριξε τα δηλητηριασμένα σπόρια. 1227 00:59:31,500 --> 00:59:34,875 Αυτά, όμως, δεν τα σκόρπισε. Τα έκανε μικρούς σωρούς 1228 00:59:34,958 --> 00:59:36,791 στις γωνίες της θημωνιάς. 1229 00:59:39,291 --> 00:59:40,958 -Έχεις σκύλο; -Ναι. 1230 00:59:41,041 --> 00:59:44,916 Αν θέλεις να βρει φριχτό θάνατο, άσ' τον να περάσει την πύλη. 1231 00:59:45,000 --> 00:59:47,083 Την επομένη, ήρθε να μαζέψει τα πτώματα. 1232 00:59:47,166 --> 00:59:49,875 Δώσ' μου ένα σακί, κάπου πρέπει να τα βάλω. 1233 00:59:49,958 --> 00:59:53,458 Κορδωνόταν σαν παγώνι, τα μάτια του άστραφταν από περηφάνια. 1234 00:59:53,541 --> 00:59:56,791 Ετοιμαζόταν να επιδείξει τα αποτελέσματα στο κοινό του. 1235 00:59:56,875 --> 00:59:59,750 Ο Κλοντ έφερε ένα σακί και διασχίσαμε τον δρόμο. 1236 00:59:59,833 --> 01:00:01,541 Έκανε τον γύρο της θημωνιάς, 1237 01:00:01,625 --> 01:00:04,416 κι έσκυψε να επιθεωρήσει έναν σωρό με δηλητήριο. 1238 01:00:04,500 --> 01:00:06,375 -Κάτι δεν πάει καλά. -…ψέλλισε. 1239 01:00:06,458 --> 01:00:07,916 Μιλούσε σιγά, θυμωμένα. 1240 01:00:08,000 --> 01:00:11,458 Μετακινήθηκε σε άλλον σωρό και έσκυψε να τον περιεργαστεί. 1241 01:00:11,541 --> 01:00:13,958 -Κάτι δεν πάει καθόλου καλά. -Τι τρέχει; 1242 01:00:14,041 --> 01:00:17,125 Δεν μίλησε, μα ήταν προφανές. Δεν άγγιξαν το δόλωμα. 1243 01:00:17,208 --> 01:00:19,333 "Έχουμε ξύπνιους αρουραίους", είπα. 1244 01:00:19,416 --> 01:00:20,583 Είχε ενοχληθεί. 1245 01:00:20,666 --> 01:00:24,125 Φαινόταν στο πρόσωπο, στη μύτη, στο πώς τα κίτρινα δόντια 1246 01:00:24,208 --> 01:00:26,125 πίεζαν το πάνω χείλος του. 1247 01:00:26,208 --> 01:00:28,708 -Με δουλεύεις; -…είπε, κοιτάζοντάς με. 1248 01:00:28,791 --> 01:00:31,625 Το μόνο θέμα με αυτούς εδώ είναι ότι τους ταΐζουν. 1249 01:00:31,708 --> 01:00:34,458 Κάτι ζουμερό θα τρώνε κάπου αλλού, και μπόλικο. 1250 01:00:34,541 --> 01:00:38,625 Μόνο αν είχε φάει μέχρι σκασμού θα αρνιόταν αρουραίος τη βρώμη. 1251 01:00:38,708 --> 01:00:40,333 Γύρισε να φύγει, σκυθρωπός. 1252 01:00:40,416 --> 01:00:43,916 Άρχισε να μαζεύει τη δηλητηριασμένη βρώμη με ένα φτυαράκι. 1253 01:00:44,000 --> 01:00:46,166 Την έβαλε προσεκτικά σε ένα δοχείο. 1254 01:00:46,250 --> 01:00:49,833 Όταν τέλειωσε, γυρίσαμε πίσω και οι τρεις μαζί. 1255 01:00:50,916 --> 01:00:52,791 Ο κυνηγός στάθηκε πλάι στην αντλία, 1256 01:00:52,875 --> 01:00:54,791 φιγούρα θλιβερή, ταπεινωμένη, 1257 01:00:54,875 --> 01:00:57,541 με πρόσωπο που είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. 1258 01:00:57,625 --> 01:00:59,958 Έδειχνε πεσμένος μετά την αποτυχία του, 1259 01:01:00,041 --> 01:01:01,416 με βλέμμα βαρύ, μοχθηρό 1260 01:01:01,500 --> 01:01:04,750 και τη γλωσσίτσα να ξεπροβάλλει ανάμεσα στα κίτρινα δόντια. 1261 01:01:04,833 --> 01:01:06,958 Σήκωσε τα μάτια και με κρυφοκοίταξε. 1262 01:01:07,041 --> 01:01:08,000 Έπειτα τον Κλοντ. 1263 01:01:08,083 --> 01:01:10,083 Μύρισε τον αέρα με την άκρη της μύτης. 1264 01:01:10,166 --> 01:01:13,208 Πάτησε στις μύτες των ποδιών του, λικνίστηκε ελαφρά 1265 01:01:13,291 --> 01:01:15,833 και, απαλά, απαλά και συνωμοτικά, είπε… 1266 01:01:15,916 --> 01:01:17,250 Θέλετε να δείτε κάτι; 1267 01:01:17,333 --> 01:01:19,625 Επιδίωκε να αποκαταστήσει τη φήμη του. 1268 01:01:19,708 --> 01:01:21,791 -Τι; -Θέλετε να δείτε κάτι απίστευτο; 1269 01:01:21,875 --> 01:01:24,916 Έβαλε το δεξί του χέρι στην τσέπη του σακακιού του 1270 01:01:25,000 --> 01:01:28,541 κι έβγαλε κρατώντας τον σφιχτά έναν μεγάλο, ζωντανό αρουραίο. 1271 01:01:28,625 --> 01:01:29,541 Θεέ και Κύριε! 1272 01:01:30,208 --> 01:01:31,166 Έτσι. Βλέπετε; 1273 01:01:31,250 --> 01:01:33,916 Έσκυβε λίγο μπροστά και τέντωνε τον λαιμό, 1274 01:01:34,000 --> 01:01:36,916 κοιτώντας μοχθηρά και κρατώντας τον πελώριο αρουραίο. 1275 01:01:37,000 --> 01:01:40,000 Ένα δάχτυλο και ο αντίχειρας τού έσφιγγαν τον λαιμό, 1276 01:01:40,083 --> 01:01:42,416 ώστε να μη γυρίσει και να δαγκώσει. 1277 01:01:42,500 --> 01:01:44,333 Κυκλοφορείς με αρουραίους στην τσέπη; 1278 01:01:44,416 --> 01:01:46,375 Πάντα μού βρίσκονται κάνα-δυο. 1279 01:01:46,458 --> 01:01:50,000 Έβαλε το ελεύθερο χέρι στην άλλη τσέπη κι έβγαλε μια μικρή, άσπρη… 1280 01:01:50,083 --> 01:01:52,625 -Νυφίτσα είναι; -Ο κυνηγός γέλασε ειρωνικά. 1281 01:01:52,708 --> 01:01:55,416 Η νυφίτσα έμοιαζε να τον ξέρει κι έμεινε ακίνητη. 1282 01:01:55,500 --> 01:01:57,791 Τίποτα δεν σκοτώνει αρουραίο πιο γρήγορα. 1283 01:01:57,875 --> 01:02:00,125 Έφερε τα δύο ζώα κοντά μπροστά του, 1284 01:02:00,208 --> 01:02:03,458 ώστε η μύτη της νυφίτσας να απέχει 15 εκ. από τον αρουραίο. 1285 01:02:03,541 --> 01:02:06,125 Τα σαν χάντρες μάτια της τον κάρφωσαν. 1286 01:02:06,208 --> 01:02:08,916 Ο αρουραίος πάλευε να ξεφύγει από τον δολοφόνο. 1287 01:02:09,000 --> 01:02:10,125 -Τώρα. -…είπε. 1288 01:02:10,208 --> 01:02:11,041 Κοιτάτε. 1289 01:02:13,041 --> 01:02:14,916 Το πουκάμισό του ήταν ανοιχτό πάνω. 1290 01:02:15,000 --> 01:02:17,416 Άφησε τον αρουραίο να γλιστρήσει μέσα, 1291 01:02:17,500 --> 01:02:18,625 πάνω στο δέρμα του. 1292 01:02:18,708 --> 01:02:21,625 Η ζώνη τον εμπόδιζε να πάει πιο κάτω από τη μέση. 1293 01:02:21,708 --> 01:02:23,291 Ήρθε η σειρά της νυφίτσας. 1294 01:02:23,375 --> 01:02:26,250 Αμέσως, στο πουκάμισο επικράτησε αναστάτωση. 1295 01:02:26,333 --> 01:02:29,916 Ο αρουραίος έτρεχε γύρω-γύρω, κυνηγημένος από τη νυφίτσα. 1296 01:02:30,000 --> 01:02:33,750 Έξι-εφτά φορές έκαναν τον γύρο. Το μικρό εξόγκωμα πίσω από το μεγάλο 1297 01:02:33,833 --> 01:02:36,916 κέρδιζε διαρκώς έδαφος, φτάνοντας όλο και πιο κοντά, 1298 01:02:37,000 --> 01:02:39,625 μέχρι που τα δύο εξογκώματα έγιναν ένα. 1299 01:02:39,708 --> 01:02:42,416 Ακολούθησε πάλη και μια σειρά από στριγκλιές. 1300 01:02:42,500 --> 01:02:45,666 Όλο αυτό το διάστημα, ο κυνηγός παρέμενε ακίνητος. 1301 01:02:45,750 --> 01:02:47,958 Πόδια ανοιχτά, χέρια χαλαρά στο πλάι 1302 01:02:48,041 --> 01:02:51,083 και μάτια προσηλωμένα στο παγωμένο πρόσωπο του Κλοντ. 1303 01:02:51,958 --> 01:02:55,666 Τελικά, έβαλε το ένα χέρι μέσα από το πουκάμισο 1304 01:02:55,750 --> 01:02:57,416 και έβγαλε τη νυφίτσα. 1305 01:02:57,500 --> 01:02:59,875 Με το άλλο, έβγαλε νεκρό τον αρουραίο. 1306 01:02:59,958 --> 01:03:03,166 Στη μουσούδα της νυφίτσας υπήρχαν ίχνη από αίμα. 1307 01:03:04,416 --> 01:03:06,708 "Μάλλον δεν μου πολυάρεσε αυτό", είπα. 1308 01:03:06,791 --> 01:03:09,708 Σίγουρα δεν ξανάδες κάτι παρόμοιο, πάω στοίχημα. 1309 01:03:09,791 --> 01:03:11,083 Δεν θα το έλεγα, όχι. 1310 01:03:11,166 --> 01:03:13,833 Μια μέρα θα φας ξεγυρισμένο δάγκωμα στην κοιλιά. 1311 01:03:13,916 --> 01:03:17,750 …είπε ο Κλοντ. Του είχε κινήσει το ενδιαφέρον. Ο άλλος πήρε ύφος. 1312 01:03:17,833 --> 01:03:19,958 Θες να δεις κάτι ακόμα πιο τρομερό; 1313 01:03:20,041 --> 01:03:23,125 Που δεν θα πίστευες αν δεν το έβλεπες με τα μάτια σου; 1314 01:03:23,208 --> 01:03:25,750 Κοίταξα τον Κλοντ φανερά αγχωμένος. 1315 01:03:27,791 --> 01:03:28,625 Ναι. 1316 01:03:29,375 --> 01:03:32,833 Έβαλε τον νεκρό αρουραίο στη μια τσέπη, τη νυφίτσα στην άλλη. 1317 01:03:32,916 --> 01:03:36,833 Από το σακίδιο έβγαλε, αν έχεις τον Θεό σου, ακόμα έναν αρουραίο. 1318 01:03:36,916 --> 01:03:37,750 Χριστέ μου! 1319 01:03:37,833 --> 01:03:40,208 Μου βρίσκονται πάντα κάνα-δυο. 1320 01:03:40,291 --> 01:03:41,958 Πρέπει να τους ξέρεις, 1321 01:03:42,041 --> 01:03:44,625 και μόνο αν τους έχεις από κοντά γίνεται. 1322 01:03:44,708 --> 01:03:48,291 Αυτός είναι από υπόνομο. Παλιά καραβάνα, ξύπνιος σαν διάολος. 1323 01:03:48,375 --> 01:03:51,916 Βλέπετε που παρακολουθεί συνέχεια, να δει τις κινήσεις μου; 1324 01:03:52,000 --> 01:03:53,333 -Βλέπετε; -Διόλου ευχάριστο. 1325 01:03:53,416 --> 01:03:54,666 "Τι θα κάνεις;" 1326 01:03:54,750 --> 01:03:58,083 Διαισθανόμουν ότι αυτή η παράσταση θα μου άρεσε λιγότερο. 1327 01:03:58,166 --> 01:04:01,250 -Φέρτε μου ένα κομμάτι σπάγκο. -Ο Κλοντ το έφερε. 1328 01:04:01,333 --> 01:04:03,708 Έδεσε το πίσω πόδι του αρουραίου. 1329 01:04:03,791 --> 01:04:06,583 Αυτός πάλευε να ξεφύγει, μα τον κρατούσε σφιχτά. 1330 01:04:06,666 --> 01:04:08,208 Έχετε τραπέζι μέσα; 1331 01:04:08,291 --> 01:04:10,250 "Όχι αρουραίους μέσα", είπα. 1332 01:04:10,333 --> 01:04:12,708 Χρειάζομαι ένα τραπέζι. Ή κάτι επίπεδο. 1333 01:04:12,791 --> 01:04:16,041 Πήγαμε στην αντλία. Εκείνος έβαλε πάνω τον αρουραίο. 1334 01:04:16,125 --> 01:04:19,625 Έδεσε τον σπάγκο σε έναν πάσσαλο, Να μην μπορεί να ξεφύγει. 1335 01:04:19,708 --> 01:04:22,166 Αρχικά λούφαξε, ασάλευτος, διστακτικός, 1336 01:04:22,250 --> 01:04:24,500 ένας γκρι αρουραίος με λαμπερά μαύρα μάτια 1337 01:04:24,583 --> 01:04:28,083 και φολιδωτή ουρά κουλουριασμένη στη μεταλλική επιφάνεια. 1338 01:04:28,166 --> 01:04:30,666 Κοιτούσε αλλού, μα με την άκρη του ματιού 1339 01:04:30,750 --> 01:04:32,333 παρακολουθούσε τι θα έκανε. 1340 01:04:32,416 --> 01:04:36,083 Ο κυνηγός οπισθοχώρησε λίγο, και ο αρουραίος αμέσως χαλάρωσε. 1341 01:04:36,166 --> 01:04:37,541 Κάθισε στα πίσω πόδια 1342 01:04:37,625 --> 01:04:39,875 και άρχισε να γλείφει το τρίχωμά του. 1343 01:04:39,958 --> 01:04:42,500 Με τα μπροστινά πόδια, έξυσε τη μουσούδα. 1344 01:04:42,583 --> 01:04:45,791 Φαινόταν να αδιαφορεί για τους υπόλοιπους εκεί. 1345 01:04:45,875 --> 01:04:48,250 -Πάμε ένα στοίχημα; -…είπε ο κυνηγός. 1346 01:04:48,333 --> 01:04:49,791 "Όχι, ευχαριστώ", είπα. 1347 01:04:49,875 --> 01:04:53,291 -Για πλάκα. Έχει πιο πολλή πλάκα έτσι. -Τι στοίχημα θες; 1348 01:04:53,375 --> 01:04:56,166 Ότι μπορώ να τον σκοτώσω χωρίς να βάλω χέρια. 1349 01:04:56,250 --> 01:04:58,375 Θα τα χώσω μάλιστα στις τσέπες. 1350 01:04:58,458 --> 01:05:01,166 Προφανώς, το 'χε βάλει σκοπό να βγάλει χρήματα. 1351 01:05:01,250 --> 01:05:04,541 Κοίταξα τον αρουραίο που θα πέθαινε και ένιωσα ναυτία, 1352 01:05:04,625 --> 01:05:06,541 όχι επειδή θα πέθαινε, 1353 01:05:06,625 --> 01:05:09,083 μα επειδή θα γινόταν με ξεχωριστό τρόπο 1354 01:05:09,166 --> 01:05:11,291 και με μπόλικο ενθουσιασμό. 1355 01:05:11,375 --> 01:05:13,375 -Θα τον χτυπήσεις με το πόδι. -Όχι. 1356 01:05:13,458 --> 01:05:15,916 -Με το μπράτσο; -Χωρίς χέρια, πόδια, μπράτσα. 1357 01:05:16,000 --> 01:05:17,625 -Θα κάτσεις πάνω. -Δεν τον λιώνω. 1358 01:05:17,708 --> 01:05:19,500 -Για να δούμε. -Στοίχημα μια λίρα. 1359 01:05:19,583 --> 01:05:21,416 Μη λες ανοησίες. Για ποιον λόγο; 1360 01:05:21,500 --> 01:05:23,125 -Πόσα θες; -Μηδέν. Τίποτα. 1361 01:05:23,208 --> 01:05:25,083 Καλά. Τότε άκυρο. 1362 01:05:25,166 --> 01:05:27,500 -Πήγε να λύσει τον σπάγκο. -Ένα σελίνι. 1363 01:05:27,583 --> 01:05:29,583 Η ναυτία στο στομάχι μου επανήλθε. 1364 01:05:29,666 --> 01:05:32,291 Μα η διαδικασία είχε κάτι που σε μαγνήτιζε. 1365 01:05:32,375 --> 01:05:34,791 Ένιωθα ανίκανος να απομακρυνθώ, να σαλέψω καν. 1366 01:05:34,875 --> 01:05:35,833 -Κι εσύ; -Όχι. 1367 01:05:35,916 --> 01:05:37,625 Θες να το κάνω για ένα σελίνι; 1368 01:05:37,708 --> 01:05:39,666 -Δεν θέλω να το κάνεις. -Τα λεφτά; 1369 01:05:39,750 --> 01:05:41,541 Ο Κλοντ τα άφησε στην αντλία. 1370 01:05:41,625 --> 01:05:44,416 Ο κυνηγός έβαλε δίπλα δύο εξάπενα. 1371 01:05:44,500 --> 01:05:45,333 Πάει το στοίχημα. 1372 01:05:45,416 --> 01:05:46,666 Κάναμε λίγα βήματα πίσω. 1373 01:05:46,750 --> 01:05:49,166 Αυτός προχώρησε, με χέρια στις τσέπες, 1374 01:05:49,250 --> 01:05:51,833 και έσκυψε ελαφρά προς τον αρουραίο. 1375 01:05:51,916 --> 01:05:53,500 Εκείνος μαζεύτηκε θορυβημένος. 1376 01:05:53,583 --> 01:05:56,166 Φαινόταν έτοιμος να χυμήξει στον κυνηγό, 1377 01:05:56,250 --> 01:05:57,958 όμως άρχισε να κάνει πίσω, 1378 01:05:58,041 --> 01:06:00,416 σέρνοντας το σώμα του με βαριά βήματα, 1379 01:06:00,500 --> 01:06:02,625 ώσπου ο σπάγκος στο πόδι τεντώθηκε. 1380 01:06:02,708 --> 01:06:04,833 Ο κυνηγός έσκυψε ακόμη περισσότερο, 1381 01:06:04,916 --> 01:06:07,500 ακολουθώντας τον με τα μάτια του. Ξαφνικά… 1382 01:06:07,583 --> 01:06:10,208 -Εκείνος πανικοβλήθηκε. -…και πετάχτηκε πάνω. 1383 01:06:13,083 --> 01:06:16,791 Ο σπάγκος τον τίναξε στον αέρα, εξαρθρώνοντας σχεδόν το πόδι του. 1384 01:06:16,875 --> 01:06:18,375 Μαζεύτηκε ξανά στην άκρη, 1385 01:06:18,458 --> 01:06:21,333 όσο επέτρεπε ο σπάγκος, με τρεμάμενα μουστάκια 1386 01:06:21,416 --> 01:06:23,208 και παγωμένος από τον φόβο. 1387 01:06:23,291 --> 01:06:26,666 Τότε ο κυνηγός άρχισε πάλι να πλησιάζει το πρόσωπό του 1388 01:06:26,750 --> 01:06:27,875 όλο και πιο κοντά. 1389 01:06:27,958 --> 01:06:31,083 Ήθελα να φωνάξω να σταματήσει, μα δεν μπορούσα να μιλήσω. 1390 01:06:31,166 --> 01:06:34,666 Κάτι πολύ δυσάρεστο ετοιμαζόταν να συμβεί, αυτό ήταν βέβαιο. 1391 01:06:34,750 --> 01:06:38,208 Κάτι βάρβαρο και μακάβριο, αλλά τώρα έπρεπε να το δω. 1392 01:06:38,291 --> 01:06:41,583 Ένα χέρι απόσταση τους χώριζε πια. 1393 01:06:41,666 --> 01:06:44,375 Έντρομος, σφιγμένος, ο αρουραίος κόλλησε κάτω. 1394 01:06:44,458 --> 01:06:45,833 Κι ο κυνηγός ήταν σφιγμένος, 1395 01:06:45,916 --> 01:06:49,416 αλλά με την απειλητική ένταση ενός συμπιεσμένου ελατηρίου. 1396 01:06:49,500 --> 01:06:52,041 Ένα αχνό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο στόμα του. 1397 01:06:52,125 --> 01:06:53,958 Τότε, ξαφνικά, επιτέθηκε, 1398 01:06:54,041 --> 01:06:55,083 σαν φίδι, 1399 01:06:55,166 --> 01:06:57,916 τινάζοντας το κεφάλι σαν κοφτερό μαχαίρι… 1400 01:06:58,000 --> 01:07:00,041 …χάρη στους μύες των κάτω άκρων. 1401 01:07:00,125 --> 01:07:02,666 Είδα το στόμα να ανοίγει διάπλατα… 1402 01:07:02,750 --> 01:07:03,791 …κίτρινα δόντια… 1403 01:07:03,875 --> 01:07:06,541 …πρόσωπο παραμορφωμένο από την προσπάθεια. 1404 01:07:07,875 --> 01:07:09,791 Αυτά που είδα μου έφταναν. 1405 01:07:09,875 --> 01:07:12,208 Έκλεισα τα μάτια, και όταν τα ξανάνοιξα 1406 01:07:12,291 --> 01:07:13,333 το ζώο ήταν νεκρό, 1407 01:07:13,416 --> 01:07:15,958 ο κυνηγός έβαζε τα χρήματα στην τσέπη 1408 01:07:16,041 --> 01:07:17,666 κι έφτυνε να καθαρίσει το στόμα. 1409 01:07:19,666 --> 01:07:21,791 Έτσι φτιάχνουν τη γλυκόριζα. 1410 01:07:21,875 --> 01:07:25,791 Αίμα αρουραίου χρησιμοποιούν τα εργοστάσια και οι σοκολατοποιοί. 1411 01:07:25,875 --> 01:07:28,000 Λίγο αίμα αρουραίου δεν έβλαψε κανέναν. 1412 01:07:30,708 --> 01:07:32,458 Είσαι απίστευτα αηδιαστικός. 1413 01:07:32,541 --> 01:07:35,000 Ισχύει, όμως. Μπόλικες φορές το έχεις φάει. 1414 01:07:35,083 --> 01:07:38,166 Μπαστουνάκια, κορδονάκια γλυκόριζας, όλα από αίμα είναι. 1415 01:07:38,250 --> 01:07:40,375 Αρκετά ακούσαμε, ευχαριστούμε. 1416 01:07:40,458 --> 01:07:43,208 Φτιαγμένα σε μεγάλα καζάνια που κοχλάζουν, 1417 01:07:43,291 --> 01:07:45,333 ενώ αναδεύουν το μίγμα με κοντάρια. 1418 01:07:45,416 --> 01:07:47,875 Από τα μυστικά των εργοστασίων σοκολάτας 1419 01:07:47,958 --> 01:07:51,791 που δεν ξέρει κανείς, εκτός από τους προμηθευτές αρουραίων τους. 1420 01:07:51,875 --> 01:07:54,291 Πρόσεξε πως το κοινό του είχε αλλάξει στάση. 1421 01:07:54,375 --> 01:07:57,500 Πρόσωπα εχθρικά, αηδιασμένα και κατακόκκινα από οργή. 1422 01:07:58,583 --> 01:08:01,375 Σταμάτησε και γύρισε να φύγει χωρίς να πει λέξη. 1423 01:08:01,458 --> 01:08:06,041 Τον παρατηρούσαμε καθώς πήρε τον δρόμο του με αργό, ανάλαφρο, χαλαρό βάδισμα. 1424 01:08:06,125 --> 01:08:09,000 Τα βήματά του πνιχτά, ακόμα και πάνω στα χαλίκια. 1425 01:08:22,291 --> 01:08:23,125 Παράξενο. 1426 01:08:24,000 --> 01:08:25,958 Οι αρουραίοι σνόμπαραν τη βρώμη. 1427 01:08:27,291 --> 01:08:31,208 Κάτι θρεπτικό πρέπει να κρύβεται στη θημωνιά. 1428 01:08:47,666 --> 01:08:50,208 Μεταξύ 1948-1951, ο Νταλ έζησε σε αγροικία στο Άμερσαμ, 1429 01:08:50,291 --> 01:08:52,791 με βασική απασχόληση τη συγγραφή του " Claud's dog", 1430 01:08:52,875 --> 01:08:55,291 συλλογής διηγημάτων εμπνευσμένων από την περιοχή, 1431 01:08:55,375 --> 01:08:56,583 όπως ο "Κυνηγός Αρουραίων". 1432 01:09:03,166 --> 01:09:08,083 IV ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ 1433 01:09:15,958 --> 01:09:17,666 Γύρισα σπίτι μεσάνυχτα. 1434 01:09:18,625 --> 01:09:21,500 Καθώς πλησίαζα, έσβησα τα μπροστινά φώτα, 1435 01:09:21,583 --> 01:09:24,625 για να μην ξυπνήσει η δέσμη τους τον Χάρι Πόουπ. 1436 01:09:24,708 --> 01:09:27,083 Ήταν περιττό. Είχε ακόμα αναμμένα τα φώτα. 1437 01:09:27,166 --> 01:09:28,916 Πάρκαρα κι ανέβηκα στη βεράντα, 1438 01:09:29,000 --> 01:09:31,583 μετρώντας ένα-ένα τα σκαλιά, ώστε να μην πατήσω 1439 01:09:31,666 --> 01:09:34,416 ένα ανύπαρκτο σκαλί στην κορυφή. 1, 2, 3, 4. 1440 01:09:39,333 --> 01:09:42,208 Πήγα στο δωμάτιό του, άνοιξα αθόρυβα και κοίταξα. 1441 01:09:42,291 --> 01:09:45,458 Ξαπλωμένος, ξύπνιος. Ακίνητος, δεν γύρισε ούτε το κεφάλι. 1442 01:09:45,583 --> 01:09:47,791 Μα τον άκουσα να ψιθυρίζει ξέπνοα… 1443 01:09:47,875 --> 01:09:48,750 Βοήθεια. 1444 01:09:48,833 --> 01:09:49,666 "Βοήθεια"; 1445 01:09:52,625 --> 01:09:54,875 Έσπρωξα την πόρτα κι έκανα να πλησιάσω. 1446 01:09:54,958 --> 01:09:55,791 Σταμάτα. 1447 01:09:55,875 --> 01:09:57,666 "Σταμάτα"; Ίσα-ίσα τον άκουγα. 1448 01:09:57,750 --> 01:10:00,625 Φαινόταν να κάνει μεγάλο αγώνα για να βγάλει ήχο. 1449 01:10:00,708 --> 01:10:02,458 -Βοήθεια. -"Βοήθεια"; 1450 01:10:02,541 --> 01:10:03,958 Τι τρέχει, Χάρι; 1451 01:10:04,041 --> 01:10:06,041 Βγάλε παπούτσια. 1452 01:10:06,916 --> 01:10:08,791 "Βγάλε παπούτσια"; 1453 01:10:08,875 --> 01:10:11,833 Μου θύμισε τον Τζορτζ Μπάρλινγκ με τη σφαίρα στο στομάχι, 1454 01:10:11,916 --> 01:10:13,583 να γέρνει σε ένα κασόνι, 1455 01:10:13,666 --> 01:10:16,375 να σφίγγεται και να μουρμουρά για τον Ιάπωνα πιλότο. 1456 01:10:16,458 --> 01:10:19,458 Οι λέξεις του έβγαιναν με κόπο, όπως τώρα του Χάρι. 1457 01:10:19,541 --> 01:10:21,791 Τότε, βέβαια, ο Τζορτζ δίπλωσε… 1458 01:10:21,875 --> 01:10:22,708 και πέθανε. 1459 01:10:23,500 --> 01:10:24,500 Βγάλε παπούτσια. 1460 01:10:25,208 --> 01:10:26,291 "Βγάλε παπούτσια". 1461 01:10:28,375 --> 01:10:30,958 Δεν κατάλαβα, μα δεν θα έφερνα αντιρρήσεις. 1462 01:10:37,875 --> 01:10:39,500 -Τι είναι, Χάρι; -Μην αγγίζεις. 1463 01:10:41,916 --> 01:10:45,291 Ήταν ανάσκελα, με ένα σεντόνι να τον καλύπτει κατά τα 3/4, 1464 01:10:45,375 --> 01:10:47,666 φορώντας ριγέ πιτζάμες, καταϊδρωμένος. 1465 01:10:47,750 --> 01:10:50,083 Έκανε ζέστη. Κι εγώ ίδρωνα, μα όχι σαν αυτόν. 1466 01:10:50,166 --> 01:10:52,291 Πρόσωπο υγρό, μαξιλάρι μουσκεμένο. 1467 01:10:52,375 --> 01:10:53,833 Παρέπεμπε σε ελονοσία. 1468 01:10:53,916 --> 01:10:55,250 -Τι είναι, Χάρι; -Κρέιτ. 1469 01:10:55,333 --> 01:10:56,208 -Τι; -Κρέιτ. 1470 01:10:56,291 --> 01:10:57,625 -"Κρέιτ"; -Φίδι. 1471 01:10:58,833 --> 01:11:00,583 Σε δάγκωσε. Πριν πόση ώρα; 1472 01:11:00,666 --> 01:11:01,500 Όχι. 1473 01:11:01,583 --> 01:11:02,416 Τι; 1474 01:11:06,041 --> 01:11:07,250 Δεν δάγκωσε ακόμα. 1475 01:11:09,291 --> 01:11:11,541 Με μπέρδεψε. Τον κοίταξα απορημένα. 1476 01:11:13,416 --> 01:11:16,250 Κρέιτ πάνω στο στομάχι. Κοιμάται. 1477 01:11:18,833 --> 01:11:20,833 Τινάχτηκα πίσω. Δεν συγκρατήθηκα. 1478 01:11:20,916 --> 01:11:23,583 Κοίταξα το σεντόνι που κάλυπτε το στομάχι του. 1479 01:11:23,666 --> 01:11:26,625 Δεν μπορούσα να διακρίνω αν ήταν κάτι από κάτω. 1480 01:11:26,708 --> 01:11:29,833 Έχεις ένα κρέιτ πάνω στο στομάχι σου; Και κοιμάται; 1481 01:11:29,916 --> 01:11:30,750 Ναι. 1482 01:11:38,291 --> 01:11:39,833 Πώς έφτασε εκεί; 1483 01:11:39,916 --> 01:11:43,625 Δεν έπρεπε να κάνω ερωτήσεις. Μόνο να του πω να μείνει σιωπηλός. 1484 01:11:44,625 --> 01:11:50,958 Ξάπλωσα. Διάβαζα. Ένιωσα κάτι στο στήθος, πίσω από βιβλίο. 1485 01:11:51,041 --> 01:11:51,958 Με γαργαλούσε. 1486 01:11:54,291 --> 01:11:59,750 Με άκρη του ματιού, είδα μικρό κρέιτ να γλιστρά πάνω από τις πιτζάμες. 1487 01:12:00,583 --> 01:12:02,958 Μικρό. Κάπου 25 πόντοι. 1488 01:12:04,250 --> 01:12:08,541 Ήξερα έπρεπε ακίνητος. Έμεινα παγωμένος, παρακολουθώντας το. 1489 01:12:08,625 --> 01:12:12,166 Σκέφτηκα θα περνούσε πάνω από σεντόνι. 1490 01:12:12,250 --> 01:12:13,750 Έμεινε για λίγο σιωπηλός. 1491 01:12:13,833 --> 01:12:17,541 Ήθελε να σιγουρευτεί ότι ο ψίθυρός του δεν θα τάραζε το πλάσμα. 1492 01:12:18,958 --> 01:12:20,458 Πέρασε από κάτω. 1493 01:12:21,958 --> 01:12:26,000 Το ένιωσα μέσα από πιτζάμες. Να κινείται στο στομάχι. 1494 01:12:27,125 --> 01:12:31,333 Μετά σταμάτησε. Τώρα κοιμάται ξαπλωμένο εκεί. 1495 01:12:35,208 --> 01:12:36,375 Περιμένω. 1496 01:12:37,291 --> 01:12:38,625 -Πόσο; -Ώρες. 1497 01:12:39,750 --> 01:12:42,583 Ώρες και ώρες και ώρες, που να πάρει. 1498 01:12:42,666 --> 01:12:45,458 Δεν αντέχω πολύ ακόμα. Θέλω να βήξω. 1499 01:12:48,875 --> 01:12:49,875 Βασικά, 1500 01:12:49,958 --> 01:12:52,375 δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο για ένα κρέιτ. 1501 01:12:52,458 --> 01:12:56,041 Κυκλοφορούν γύρω από τα σπίτια και ψάχνουν ζεστά μέρη. 1502 01:12:56,125 --> 01:12:59,208 Το παράξενο ήταν ότι δεν είχε δαγκώσει ήδη τον Χένρι. 1503 01:12:59,291 --> 01:13:02,250 Το δάγκωμα είναι φονικό, εκτός αν δράσεις αμέσως, 1504 01:13:02,333 --> 01:13:04,625 έχοντας πρόχειρη μια δόση αντίδοτο. 1505 01:13:05,458 --> 01:13:07,541 Λεπτά, μικρά πλάσματα. Όπως αυτό. 1506 01:13:09,833 --> 01:13:11,500 Κάποιο μπορεί να γλιστρήσει 1507 01:13:11,583 --> 01:13:15,583 μέσα από τη χαραμάδα ενός παιδικού υπνοδωματίου, ας πούμε. 1508 01:13:17,166 --> 01:13:21,375 Ο υπεύθυνος μιας φυτείας τσαγιού μού είπε κάποτε για ένα δαγκωμένο πρόβατο. 1509 01:13:21,458 --> 01:13:25,750 Όταν άνοιξε το κουφάρι, το αίμα του έτρεξε μαύρο σαν κατράμι. 1510 01:13:29,916 --> 01:13:33,208 "Εντάξει, Χάρι", είπα. Τώρα, μιλούσα κι εγώ ψιθυριστά. 1511 01:13:33,291 --> 01:13:35,625 "Μην κουνιέσαι και μη μιλάς αν δεν είναι ανάγκη. 1512 01:13:35,708 --> 01:13:38,333 Δεν δαγκώνει αν δεν τρομάξει. Θα βρούμε λύση". 1513 01:13:41,000 --> 01:13:42,708 Βγήκα αθόρυβα από το δωμάτιο 1514 01:13:42,791 --> 01:13:45,208 κι έφερα ένα κοφτερό μαχαίρι απ' την κουζίνα. 1515 01:13:45,291 --> 01:13:49,500 Ήθελα να το έχω πρόχειρο αν ο Χάρι τρόμαζε το φίδι και τον δάγκωνε. 1516 01:13:49,583 --> 01:13:51,958 Θα τον άνοιγα και θα ρούφαγα το φαρμάκι. 1517 01:13:52,958 --> 01:13:55,583 "Χάρι", είπα, "νομίζω ότι το καλύτερο είναι 1518 01:13:55,666 --> 01:13:58,750 να τραβήξω το σεντόνι πολύ απαλά, να ρίξω μια ματιά". 1519 01:13:59,375 --> 01:14:01,375 Ηλίθιε. 1520 01:14:02,833 --> 01:14:06,708 Η φωνή του ήταν ανέκφραστη. Μιλούσε πολύ αργά και απαλά. 1521 01:14:06,791 --> 01:14:10,125 Όλη η έκφραση ήταν στα μάτια και στις άκρες του στόματος. 1522 01:14:10,750 --> 01:14:14,583 Το φως τρομάξει. Φίδι με σκοτώσει. 1523 01:14:16,583 --> 01:14:17,625 Σωστή παρατήρηση. 1524 01:14:18,208 --> 01:14:21,416 Μήπως να τραβήξω απότομα και να διώξω το φίδι μόλις… 1525 01:14:21,500 --> 01:14:22,583 Φέρε γιατρό. 1526 01:14:24,375 --> 01:14:27,333 Με κοίταξε σαν να έπρεπε να το είχα σκεφτεί εγώ. 1527 01:14:27,416 --> 01:14:30,125 Γιατρό. Ασφαλώς. Σωστά. Τον δρα Γκάντερμπαϊ. 1528 01:14:30,208 --> 01:14:32,666 Βγήκα στις μύτες, έψαξα τον αριθμό του, 1529 01:14:32,750 --> 01:14:35,125 σήκωσα το τηλέφωνο κι είπα στο κέντρο να βιαστεί. 1530 01:14:40,083 --> 01:14:43,458 -Επόπτης Γουντς. -Γεια σας. Δεν κοιμηθήκατε ακόμα; 1531 01:14:43,541 --> 01:14:45,666 Ελάτε αμέσως με αντίδοτο. Για κρέιτ. 1532 01:14:45,750 --> 01:14:47,375 Αντίδοτο; Ποιος δαγκώθηκε; 1533 01:14:47,458 --> 01:14:50,000 Η ερώτηση ήχησε σαν έκρηξη στο αυτί μου. 1534 01:14:50,083 --> 01:14:51,208 Κανείς. Όχι ακόμα. 1535 01:14:51,291 --> 01:14:54,166 Ένα κοιμάται στο στομάχι του Χάρι κάτω απ' το σεντόνι. 1536 01:14:54,250 --> 01:14:56,916 Για περίπου τρία δεύτερα, ακολούθησε σιγή. 1537 01:14:58,291 --> 01:15:02,000 Ο δρ Γκάντερμπαϊ μίλησε αργά, με ακρίβεια, και όχι εκρηκτικά. 1538 01:15:02,083 --> 01:15:04,958 Να μείνει ακίνητος και σιωπηλός. Κατανοητό; 1539 01:15:05,041 --> 01:15:06,958 -Φυσικά, γιατρέ. -Έρχομαι αμέσως. 1540 01:15:07,041 --> 01:15:09,208 Έκλεισε. Εγώ γύρισα στο υπνοδωμάτιο. 1541 01:15:11,500 --> 01:15:13,208 Το βλέμμα του Χάρι με συνόδεψε. 1542 01:15:13,291 --> 01:15:15,166 Έρχεται. Είπε να μείνεις ακίνητος. 1543 01:15:15,750 --> 01:15:17,541 Τι διάολο νομίζει ότι κάνω; 1544 01:15:17,625 --> 01:15:19,125 Μη μιλάς. Κανείς μας. 1545 01:15:19,208 --> 01:15:20,333 Βούλωσ' το, λοιπόν. 1546 01:15:21,333 --> 01:15:24,583 Οι μύες στην άκρη του στόματος, οι μύες του χαμόγελου, 1547 01:15:24,666 --> 01:15:26,500 συσπώνταν με μικρές κινήσεις, 1548 01:15:26,583 --> 01:15:29,250 που κράτησαν για λίγο αφού σταμάτησε να μιλά. 1549 01:15:29,333 --> 01:15:32,166 Δεν μου άρεσε αυτό, ούτε ο τρόπος που μίλησε. 1550 01:15:33,083 --> 01:15:35,166 Το αμάξι του δρα Γκάντερμπαϊ. 1551 01:15:37,166 --> 01:15:38,333 Βγήκα να τον υποδεχτώ. 1552 01:15:41,583 --> 01:15:44,375 -Πού είναι; -Ο γιατρός δεν περίμενε απάντηση. 1553 01:15:44,458 --> 01:15:47,791 Με προσπέρασε και μπήκε. Άφησε την τσάντα σε μια καρέκλα. 1554 01:15:47,875 --> 01:15:49,791 Φορούσε παντόφλες με μαλακή σόλα. 1555 01:15:49,875 --> 01:15:52,791 Διέσχισε αθόρυβα το δωμάτιο, σαν προσεκτική γάτα. 1556 01:15:52,875 --> 01:15:54,875 Ο Χάρι τον έβλεπε με την άκρη του ματιού. 1557 01:15:54,958 --> 01:15:57,625 Έφτασε στον Χάρι, τον κοίταξε και χαμογέλασε 1558 01:15:57,708 --> 01:15:59,833 καθησυχάζοντάς τον, σαν να έλεγε… 1559 01:15:59,916 --> 01:16:03,083 Μη φοβάσαι. Είναι απλό. Άσ' το στον δρα Γκάντερμπαϊ. 1560 01:16:03,166 --> 01:16:05,375 Πήγε στην κουζίνα. Τον ακολούθησα. 1561 01:16:07,125 --> 01:16:08,125 Άνοιξε την τσάντα. 1562 01:16:08,208 --> 01:16:12,166 Πρέπει να του χορηγήσουμε αντίδοτο, αλλά απαλά. Χωρίς να τιναχτεί. 1563 01:16:12,250 --> 01:16:14,500 Κρατούσε μια υποδόρια κι ένα φιαλίδιο. 1564 01:16:14,583 --> 01:16:17,333 Έβαλε μέσα τη βελόνα και τράβηξε ένα κίτρινο υγρό. 1565 01:16:17,416 --> 01:16:19,875 -Μου το έδωσε. -Δώσ' το όταν σ' το ζητήσω. 1566 01:16:19,958 --> 01:16:21,166 Γυρίσαμε στο δωμάτιο. 1567 01:16:26,291 --> 01:16:28,416 Τα μάτια του ήταν λαμπερά και ορθάνοιχτα. 1568 01:16:28,500 --> 01:16:30,916 Ο δρ Γκάντερμπαϊ τού γύρισε το μανίκι, 1569 01:16:31,000 --> 01:16:32,833 χωρίς να του κουνήσει το χέρι. 1570 01:16:32,916 --> 01:16:35,208 Στάθηκε αρκετά μακριά. Ψιθύρισε… 1571 01:16:35,291 --> 01:16:38,416 Θα σου κάνω μια ένεση. Ένα τσίμπημα. Μείνε ακίνητος. 1572 01:16:38,500 --> 01:16:41,166 Μη σφίξεις τους κοιλιακούς. Άσ' τους χαλαρούς. 1573 01:16:41,250 --> 01:16:44,708 Ο Χάρι κοίταξε τη σύριγγα. Ο μυς του χαμόγελου συσπάστηκε. 1574 01:16:45,708 --> 01:16:49,291 Ο δρ Γκάντερμπαϊ έδεσε ένα λάστιχο στον δικέφαλο του Χάρι. 1575 01:16:49,375 --> 01:16:51,958 Καθάρισε μια μικρή περιοχή με οινόπνευμα. 1576 01:16:52,041 --> 01:16:54,833 Σήκωσε τη σύριγγα πασχίζοντας να δει τις ενδείξεις 1577 01:16:54,916 --> 01:16:56,291 και τίναξε λίγο υγρό. 1578 01:16:56,375 --> 01:16:58,250 Το πρόσωπο του Χάρι ίδρωνε, 1579 01:16:58,333 --> 01:17:00,708 και έλαμπε λες και κρέμα έλιωνε πάνω του 1580 01:17:00,791 --> 01:17:01,833 ως το μαξιλάρι. 1581 01:17:01,916 --> 01:17:05,458 Έβλεπα τη γαλάζια φλέβα να φουσκώνει στον πήχη του. 1582 01:17:05,541 --> 01:17:08,833 Είδα τον γιατρό να κρατά τη σύριγγα σταθερά πάνω στη φλέβα, 1583 01:17:08,916 --> 01:17:11,250 και τη βελόνα να γλιστρά μέσα της, 1584 01:17:11,333 --> 01:17:14,166 αργά και σταθερά, λες και τρυπώνει σε τυρί. 1585 01:17:14,250 --> 01:17:17,208 Ο Χάρι έκλεισε και ξανάνοιξε τα μάτια, πάντα ακίνητος. 1586 01:17:17,291 --> 01:17:19,583 Ο Γκάντερμπαϊ έγειρε στο αυτί του. 1587 01:17:19,666 --> 01:17:23,791 Κι αν σε δαγκώσει, δεν θα πάθεις τίποτα. Αλλά μείνε ακίνητος. Έρχομαι. 1588 01:17:24,500 --> 01:17:27,541 -"Είναι ασφαλής;" ρώτησα. -Μπορεί, μπορεί και όχι. 1589 01:17:27,625 --> 01:17:30,416 Ο Γκάντερμπαϊ σκούπισε το μέτωπο και δάγκωσε τα χείλη. 1590 01:17:30,500 --> 01:17:33,458 Υπάρχει τρόπος. Υπάρχει τρόπος. 1591 01:17:33,541 --> 01:17:36,458 Μιλούσε αργά και πάλευε να σκεφτεί παράλληλα. 1592 01:17:38,208 --> 01:17:42,291 Θα χορηγήσουμε αναισθητικό 1593 01:17:42,375 --> 01:17:45,000 στο πλάσμα, εκεί που βρίσκεται. 1594 01:17:46,875 --> 01:17:48,333 Θαυμάσια ιδέα. 1595 01:17:48,416 --> 01:17:50,291 Λάθος. Το φίδι είναι ψυχρόαιμο. 1596 01:17:50,375 --> 01:17:53,125 Το αναισθητικό θα αργήσει να ενεργήσει. 1597 01:17:53,208 --> 01:17:56,000 Αλλά δεν έχω εναλλακτικές. Αιθέρα ή χλωροφόρμιο; 1598 01:17:56,083 --> 01:17:57,125 Έγνεψα θετικά. 1599 01:17:57,208 --> 01:17:59,583 -Ποιο απ' τα δύο; -Με ρωτούσε; Δεν ξέρω. 1600 01:17:59,666 --> 01:18:00,500 Χλωροφόρμιο! 1601 01:18:01,083 --> 01:18:03,166 Με πήρε και με πήγε στο χολ. 1602 01:18:04,458 --> 01:18:05,375 Πήγαινε σπίτι μου. 1603 01:18:05,458 --> 01:18:07,291 Ο υπηρέτης θα σε περιμένει. 1604 01:18:07,375 --> 01:18:09,291 Το κλειδί για τα δηλητήρια. 1605 01:18:09,375 --> 01:18:11,375 Πάρε χλωροφόρμιο. Πορτοκαλί ετικέτα. 1606 01:18:11,458 --> 01:18:14,541 Όνομα γράφει πάνω. Εγώ θα μείνω, μη συμβεί κάτι. 1607 01:18:14,625 --> 01:18:15,833 Κάνε γρήγορα! 1608 01:18:15,916 --> 01:18:17,541 -Παπούτσια… -Δεν χρειάζεσαι. 1609 01:18:20,250 --> 01:18:23,166 Πήγα γρήγορα και σε 15 λεπτά γύρισα με το φιαλίδιο. 1610 01:18:26,250 --> 01:18:29,916 Ξέρει τι θα κάνουμε, αλλά, όπως είναι λογικό, έχει φοβηθεί. 1611 01:18:30,000 --> 01:18:32,083 Δεν ξέρω πόσο θα αντέξει ακόμα. 1612 01:18:35,791 --> 01:18:38,666 Ο Χάρι παρέμενε ξαπλωμένος στην ίδια στάση. 1613 01:18:38,750 --> 01:18:42,041 Το πρόσωπό του, χλωμό και ιδρωμένο. Στράφηκε προς εμένα. 1614 01:18:42,125 --> 01:18:43,833 Του χαμογέλασα ενθαρρυντικά. 1615 01:18:43,916 --> 01:18:46,666 Ο γιατρός πήρε το σωληνάκι που είχε κάνει τουρνικέ 1616 01:18:46,750 --> 01:18:48,958 και του προσάρμοσε ένα χάρτινο χωνί. 1617 01:18:49,041 --> 01:18:51,750 Ξέστρωσε ένα τμήμα του σεντονιού, 1618 01:18:51,833 --> 01:18:53,541 πήρε το σωληνάκι με το χωνί 1619 01:18:53,625 --> 01:18:56,041 και το πέρασε κάτω από το σεντόνι προς τον Χάρι. 1620 01:18:56,125 --> 01:18:58,541 Δεν είμαι βέβαιος πόσο χρόνο τού πήρε. 1621 01:18:58,625 --> 01:19:01,708 Μπορεί να ήταν 20', μπορεί 40'. Δεν διέκρινα κίνηση, 1622 01:19:01,791 --> 01:19:04,291 αλλά το ορατό τμήμα του γινόταν μικρότερο. 1623 01:19:04,375 --> 01:19:06,333 Ο ίδιος ο δρ Γκάντερμπαϊ ίδρωνε 1624 01:19:06,416 --> 01:19:08,875 με μεγάλες στάλες στο μέτωπο και τα χείλη, 1625 01:19:08,958 --> 01:19:10,291 μα το χέρι του ήταν σταθερό 1626 01:19:10,375 --> 01:19:13,291 και τα μάτια κολλημένα στο σεντόνι στο στομάχι του Χάρι. 1627 01:19:13,375 --> 01:19:15,375 Μου έτεινε το χέρι για το χλωροφόρμιο. 1628 01:19:15,458 --> 01:19:18,375 Έστριψα το καπάκι και του έδωσα το φιαλίδιο, 1629 01:19:18,458 --> 01:19:21,000 μεριμνώντας να το πιάσει καλά πριν το αφήσω. 1630 01:19:21,666 --> 01:19:25,958 Κύριε Πόουπ, θα ποτίσω το στρώμα. Θα νιώσετε κρύο κάτω από το σώμα σας. 1631 01:19:26,041 --> 01:19:28,625 -Να 'στε έτοιμος. Μην κουνηθείτε. -Τελείωνε! 1632 01:19:29,291 --> 01:19:31,000 Για πρώτη φορά, ύψωσε φωνή. 1633 01:19:31,083 --> 01:19:34,208 Ο γιατρός σήκωσε το βλέμμα, τον κοίταξε και συνέχισε. 1634 01:19:34,291 --> 01:19:37,541 Έχυσε λίγο υγρό στο χωνί και περίμενε να κατέβει. 1635 01:19:37,625 --> 01:19:39,500 Μετά, επανέλαβε τη διαδικασία. 1636 01:19:47,541 --> 01:19:50,666 Απλώθηκε η βαριά, αηδιαστική μυρωδιά του χλωροφόρμιου, 1637 01:19:50,750 --> 01:19:52,500 ξυπνώντας αχνές, δυσάρεστες μνήμες 1638 01:19:52,583 --> 01:19:55,708 από νοσοκόμες και χειρουργούς σε λευκά δωμάτια. 1639 01:19:55,791 --> 01:19:57,375 Ο Γκάντερμπαϊ έριχνε το υγρό, 1640 01:19:57,458 --> 01:20:01,500 κι έβλεπα τις βαριές αναθυμιάσεις να στροβιλίζονται πάνω από το χωνί. 1641 01:20:02,083 --> 01:20:05,166 Έκανε παύση, έχυσε λίγο ακόμα και μου γύρισε το φιαλίδιο. 1642 01:20:05,250 --> 01:20:07,583 Τράβηξε αργά το σωληνάκι και σηκώθηκε. 1643 01:20:07,666 --> 01:20:10,250 Η ένταση της διαδικασίας θα ήταν τεράστια, 1644 01:20:10,333 --> 01:20:12,583 γιατί η φωνή του ακούστηκε έτσι… 1645 01:20:12,666 --> 01:20:14,791 Θα περιμένουμε 15 λεπτά καλού κακού. 1646 01:20:14,875 --> 01:20:16,291 Γύρισα να το πω στον Χάρι. 1647 01:20:16,375 --> 01:20:18,291 -Θα περιμένουμε 15… -Το άκουσα! 1648 01:20:18,375 --> 01:20:21,666 Αυτήν τη φορά, ο Γκάντερμπαϊ τινάχτηκε πίσω οργισμένος. 1649 01:20:21,750 --> 01:20:25,125 Κάρφωσε με παγερό βλέμμα τον Χάρι. Ο μυς του χαμόγελου συσπάστηκε. 1650 01:20:25,208 --> 01:20:26,833 Περιμέναμε πλάι του. 1651 01:20:26,916 --> 01:20:28,958 Ο δρ Γκάντερμπαϊ τον παρατηρούσε 1652 01:20:29,041 --> 01:20:31,541 με περίεργο, έντονο, καθηλωτικό βλέμμα, 1653 01:20:31,625 --> 01:20:33,250 εστιάζοντας όλη του τη θέληση 1654 01:20:33,333 --> 01:20:35,875 στο να κρατήσει τον Χάρι απόλυτα ακίνητο. 1655 01:20:35,958 --> 01:20:38,583 Ποτέ δεν απέσυρε το βλέμμα. Αν και σιωπηλός, 1656 01:20:38,666 --> 01:20:40,541 ήταν λες και του φώναζε. 1657 01:20:40,625 --> 01:20:43,000 -Κάτι σαν… -Μην κινείσαι! Μη μιλάς! 1658 01:20:43,083 --> 01:20:45,375 Δεν θα τα καταστρέψεις όλα! Μ' ακούς; 1659 01:20:46,416 --> 01:20:48,583 Ο Χάρι εκεί, συσπώντας το στόμα, 1660 01:20:48,666 --> 01:20:50,750 ιδροκοπούσε, ανοιγόκλεινε τα μάτια, 1661 01:20:50,833 --> 01:20:52,875 κοιτούσε εμένα, το σεντόνι, το ταβάνι, 1662 01:20:52,958 --> 01:20:54,541 αλλά ποτέ τον Γκάντερμπαϊ. 1663 01:20:54,625 --> 01:20:56,750 Κι όμως, ο γιατρός τον είχε καθηλώσει. 1664 01:20:58,375 --> 01:21:00,416 Ένιωθα σαν κάποιος να φούσκωνε ένα μπαλόνι 1665 01:21:00,500 --> 01:21:03,125 που θα έσκαγε, αλλά δεν μπορούσα να φύγω. 1666 01:21:03,208 --> 01:21:06,750 Τελικά, ο δρ Γκάντερμπαϊ έγνεψε. Ήταν έτοιμος να προχωρήσει. 1667 01:21:06,833 --> 01:21:07,916 Πήγαινε απ' την άλλη. 1668 01:21:08,000 --> 01:21:10,791 Ο καθένας μια πλευρά. Θα τραβήξουμε ταυτόχρονα. 1669 01:21:10,875 --> 01:21:13,000 Πάρα πολύ σιγά. Ακίνητος, κε Πόουπ. 1670 01:21:24,250 --> 01:21:26,541 Πλέον φαινόταν όλο το στήθος του Χάρι. 1671 01:21:26,625 --> 01:21:28,791 Είδα το λευκό κορδόνι της πιτζάμας, 1672 01:21:28,875 --> 01:21:30,083 σε ωραίο φιόγκο. 1673 01:21:30,166 --> 01:21:32,875 Λίγο πιο κάτω, είδα ένα κουμπί από σεντέφι. 1674 01:21:32,958 --> 01:21:34,791 Εγώ ποτέ δεν είχα τέτοιο, 1675 01:21:34,875 --> 01:21:37,000 κουμπί στο φερμουάρ, πόσο μάλλον από σεντέφι. 1676 01:21:37,083 --> 01:21:38,291 Παράξενο πώς κάνεις 1677 01:21:38,375 --> 01:21:40,500 επιπόλαιες σκέψεις σε στιγμές αγωνίες. 1678 01:21:40,583 --> 01:21:42,375 Τίποτε άλλο στο στομάχι του. 1679 01:21:45,041 --> 01:21:46,208 Ακίνητος, κε Πόουπ. 1680 01:21:46,291 --> 01:21:49,250 Κοίταξε γύρω από το σώμα και κάτω από τα πόδια του. 1681 01:21:49,333 --> 01:21:52,125 Μπορεί να 'ναι οπουδήποτε, μέσα στο μπατζάκι. 1682 01:21:52,208 --> 01:21:53,041 Ο Χάρι ανακάθισε. 1683 01:21:55,250 --> 01:21:56,625 Πρώτη φορά κουνήθηκε. 1684 01:21:58,083 --> 01:22:00,916 Πήδηξε ψηλά, στάθηκε στο κρεβάτι, τίναξε τα πόδια. 1685 01:22:01,000 --> 01:22:02,458 Νομίζαμε πως τον δάγκωσε. 1686 01:22:02,541 --> 01:22:04,250 Ο γιατρός έψαξε το νυστέρι, 1687 01:22:04,333 --> 01:22:06,208 μα ο Χάρι έπαψε να χοροπηδά, 1688 01:22:06,291 --> 01:22:08,000 κοίταξε το στρώμα και φώναξε. 1689 01:22:08,083 --> 01:22:08,916 Δεν είναι εδώ! 1690 01:22:09,000 --> 01:22:11,583 Ο δρ Γκάντερμπαϊ κοίταξε τον Χάρι. 1691 01:22:11,666 --> 01:22:13,791 Ήταν καλά. Δεν τον είχε δαγκώσει. 1692 01:22:13,875 --> 01:22:15,916 Δεν θα τον δάγκωνε, δεν θα τον σκότωνε. 1693 01:22:16,000 --> 01:22:17,625 Όλα ήταν εντάξει. 1694 01:22:17,708 --> 01:22:18,583 Ας πούμε. 1695 01:22:19,625 --> 01:22:21,333 Ίσως είδατε όνειρο, κε Πόουπ. 1696 01:22:30,416 --> 01:22:31,500 Έτσι όπως το είπε, 1697 01:22:31,583 --> 01:22:34,125 ήξερα ότι ήταν πείραγμα, δεν μιλούσε σοβαρά. 1698 01:22:34,208 --> 01:22:36,291 Χαλάρωνε από την ακραία πίεση. 1699 01:22:36,375 --> 01:22:39,083 Ο Χάρι το πήρε στραβά. Όρθιος με τις πιτζάμες, 1700 01:22:39,166 --> 01:22:41,958 τον αγριοκοίταξε. Το χρώμα επέστρεφε στα μάγουλά του. 1701 01:22:42,041 --> 01:22:44,291 Με αποκαλείτε ψεύτη; 1702 01:22:47,083 --> 01:22:49,500 Ο δρ Γκάντερμπαϊ παρατηρούσε ακίνητος τον Χάρι. 1703 01:22:49,583 --> 01:22:52,791 Ο Χάρι έκανε ένα βήμα μπροστά. Τα μάτια του γυάλιζαν. 1704 01:22:53,958 --> 01:22:57,458 -Βρομοαρουραίε της Βεγγάλης. -"Σκάσε, Χάρι", είπα. 1705 01:22:57,541 --> 01:22:59,791 -Βρομοαρουραίε της Βεγγάλης… -Σκάσε! 1706 01:22:59,875 --> 01:23:01,333 -Υπανάπτυκτε… -Σκάσε! 1707 01:23:01,416 --> 01:23:02,291 Σταμάτα! 1708 01:23:05,708 --> 01:23:08,458 Ο γιατρός έφυγε. Τον ακολούθησα στη βεράντα. 1709 01:23:08,541 --> 01:23:10,666 Τα έχει χάσει, δεν ξέρει τι λέει. 1710 01:23:10,750 --> 01:23:14,041 Διασχίσαμε το σκοτεινό δρομάκι ως το παλιό Morris του. 1711 01:23:14,125 --> 01:23:14,958 ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΓΙΟΥΤΑ 1712 01:23:15,041 --> 01:23:17,625 Μπήκε μέσα. "Κάνατε ένα θαύμα", είπα. 1713 01:23:17,708 --> 01:23:19,916 -Του σώσατε τη ζωή. -Δεν νομίζω. 1714 01:23:20,000 --> 01:23:22,750 Μα εσείς… Σας χρωστά τη ζωή του. 1715 01:23:22,833 --> 01:23:25,625 -Σας χρωστά τη ζωή του, γιατρέ. -Όχι. 1716 01:23:28,208 --> 01:23:29,125 Λυπάμαι. 1717 01:23:30,583 --> 01:23:31,583 Δεν το νομίζω. 1718 01:23:38,875 --> 01:23:41,416 Ο δρ Γκάντερμπαϊ έβαλε μπροστά και έφυγε. 1719 01:23:54,500 --> 01:23:57,916 Ο Νταλ άρχισε να γράφει το "Δηλητήριο" τον Γενάρη του 1950. 1720 01:23:58,000 --> 01:24:00,833 Έδωσε στον χαρακτήρα του Γουντς το όνομα 1721 01:24:00,916 --> 01:24:05,083 συναδέλφου πιλότου της 80ής μοίρας που σκοτώθηκε στη μάχη της Αθήνας. 1722 01:24:24,750 --> 01:24:26,291 Ιδού κάποια από τα στοιχεία 1723 01:24:26,375 --> 01:24:28,666 που οφείλεις να διαθέτεις ή να καλλιεργήσεις, 1724 01:24:28,750 --> 01:24:31,041 αν θες να γίνεις συγγραφέας μυθοπλασίας. 1725 01:24:32,375 --> 01:24:34,750 Πρέπει να έχεις ζωηρή φαντασία. 1726 01:24:36,166 --> 01:24:38,125 Πρέπει να γράφεις καλά. 1727 01:24:38,208 --> 01:24:39,166 Με αυτό εννοώ 1728 01:24:39,250 --> 01:24:43,375 ότι πρέπει να μπορείς να ζωντανέψεις μια σκηνή στο μυαλό του αναγνώστη. 1729 01:24:43,458 --> 01:24:45,333 Αυτό δεν το καταφέρνουν όλοι. 1730 01:24:45,416 --> 01:24:49,208 Είναι ένα χάρισμα. Είτε το έχεις είτε όχι. 1731 01:24:50,041 --> 01:24:51,375 Πρέπει να έχεις αντοχή. 1732 01:24:51,458 --> 01:24:52,750 Με άλλα λόγια, 1733 01:24:52,833 --> 01:24:56,500 πρέπει να μπορείς να επιμένεις και να μην εγκαταλείπεις ποτέ. 1734 01:24:57,458 --> 01:24:59,041 Ώρα με την ώρα, 1735 01:25:00,625 --> 01:25:02,166 μέρα με τη μέρα, 1736 01:25:04,166 --> 01:25:05,375 βδομάδα με τη βδομάδα, 1737 01:25:07,291 --> 01:25:09,083 μήνα με τον μήνα, 1738 01:25:10,333 --> 01:25:14,166 χρόνο με τον χρόνο… ξανά και ξανά… 1739 01:25:15,416 --> 01:25:17,833 Πρέπει να είσαι τελειοθήρας. 1740 01:25:18,291 --> 01:25:21,500 Δηλαδή να μην ικανοποιείσαι ποτέ με αυτό που έγραψες, 1741 01:25:21,583 --> 01:25:26,583 παρά μόνο αν το γράψεις ξανά και ξανά, κάνοντάς το όσο πιο καλό γίνεται. 1742 01:25:27,458 --> 01:25:29,500 Πρέπει να έχεις αυτοπειθαρχία. 1743 01:25:29,583 --> 01:25:32,791 Δουλεύεις μόνος σου. Δεν έχεις εργοδότη. 1744 01:25:33,791 --> 01:25:37,666 Κανείς δεν θα σε απολύσει αν δεν πας για δουλειά, 1745 01:25:37,750 --> 01:25:40,166 ούτε θα σε ελέγξει αν αρχίσεις να τεμπελιάζεις. 1746 01:25:41,000 --> 01:25:44,041 Η καλή αίσθηση του χιούμορ βοηθάει πολύ. 1747 01:25:44,125 --> 01:25:46,875 Δεν είναι απαραίτητη όταν γράφεις για ενήλικες, 1748 01:25:46,958 --> 01:25:49,083 για τα παιδιά, όμως, είναι καίρια. 1749 01:25:50,333 --> 01:25:51,458 Τέλος… 1750 01:25:54,000 --> 01:25:56,000 Πρέπει να διαθέτεις ταπεινότητα. 1751 01:25:58,208 --> 01:26:00,375 Όποιος θεωρεί το έργο του σπουδαίο 1752 01:26:01,791 --> 01:26:03,000 θα τα βρει μπαστούνια. 1753 01:26:15,041 --> 01:26:20,041 Υποτιτλισμός: Ειρήνη Παπαδάκη